Ας σοβαρευτούμε
....
Με τις ευχλες μου για καλά Χριστούγεννα σε όλους.
χριστούγεννα στο χωριό
Από τον VSL
"Να τα πούμ;" Ακούστηκαν οι βλάχικες γυναικείες φωνές από την άλλη πλευρά της πόρτας.
Ήμουν αγουροξυπνημένος από τις αλλεπάλληλες μεταμεσονύχτιες μαλακίες που βαρούσα μέχρι τις 4:00,και με πρωινές κατουρόκαυλες που έκαναν κατάρτι το ξεχειλωμένο μου σώβρακο.
Ήμουν μόνος στο πατρικό μου σπίτι στο χωριό που είχα καταφύγει για να ηρεμήσω από την κόλαση της Αθήνας και να μπορέσω να γράψω αυτή τη γαμημένη Χριστουγεννιάτικη Ιστορία για το site της Αφέντρας μου.
Ήδη το είχε προαναγγείλει στους χιλιάδες σκλάβους συνδρομητές της ιστοσελίδας της.
Είχα στερέψει εδώ και καιρό και ήταν η τελευταία ευκαιρία που μου έδινε για να συνεχίσω να είμαι ευνοούμενός της και μου σηκώνει το πουλί ταπεινώνοντάς με…
Άνοιξα λίγο την πόρτα που κοπανούσαν εκνευριστικά για να τις διώξω, νύσταζα του θανατά.
Μα, αυτά δεν ήταν κοριτσάκια που ήρθαν να πουν τα κάλαντα, δεν ήταν καν από το χωριό!
Ήταν 2 ενήλικες αλλοδαπές, και μάλιστα ούτε καν ρωσίδες!
Ήταν σίγουρα μεταξύ 20-25 ετών μάλλον από Αλβανία σύμφωνα με τα ανοικτά αλλά άγρια χαρακτηριστικά τους και το σχετικά μικρό (γύρω στο 1,65) ανάστημά τους.
Ήταν άβαφες, με τα μαλλιά πιασμένα αλογοουρά, και φορούσαν χοντρά μπουφάν μίνι φούστες, μαύρο χοντρό καλσόν και σπορτεξ παπούτσια, ήταν η αποθέωση του κιτς.
Η μία μασούσε μία τσίχλα σαν κατσίκα και η άλλη κράταγε ένα τρίγωνο και ένα αναμμένο τσιγάρο.
Κόλλησα για λίγο αλλά αμέσως τους είπα φύγετε "ρε δε με κατουράτε πρωϊνιάτικα λέω γω! Σα δεν ντρέπεστε!" και έσπρωξα την πόρτα.
Το πράσινο βρωμερό σπορτέξ της μιας μπλόκαρε την πόρτα χαμηλά.
Εκνευρισμένος άνοιξα διάπλατα για να τις ξεχέσω.
Ρε μαλακισμένα τι θέλετε;
Άθελα μου έριξα μια καλύτερη ματιά πάνω τους και ψιλοκόλλησα.
Μία ξανθιά και μία μελαχρινή. Οι μύτες τους δεν ήταν σε καμία περίπτωση "γαλλικές", τα χείλια τους όμως ήταν απίστευτα σαρκώδη, οι γάμπες τους σφριγηλές και καμπυλωτές, τα βλέμματά τους πρόστυχα και εγώ δυστυχώς είχα ξεχάσει πως ήμουν με τον πούτσο κατάρτι να τεντώνει το σώβρακο.
Η μία γύρισε στην άλλη, είπαν κάτι η μία στην άλλη στη γλώσσα τους γελώντας, και μετά άρχισαν και οι δύο μαζί να τραγουδάνε απίστευτα φάλτσα:
"Καλό νημέρα νάρχοντα,
αν εί- αν είναι χωρισμό-ο σας
Κριστό η θεία ένιξη
Α-μπω, α-μπω αρκοντικό σας"
Τις άφησα και πήγα στο παντελόνι μου να τους δώσω κάνα ευρώ για να ξεκουμπιστούνε με το κεφάλι μου να πηγαίνει να σπάσει.
Γύρισα με το παντελόνι μου στο χέρι έβγαλα ένα ευρώ και το έβαλα στην απλωμένη μεγάλη παλάμη της μελαχρινής.
Αφού κοντοστάθηκε κοιτάζοντας το για λίγο, έκανε μια φούσκα με την τσίχλα της , την έσκασε και με το άλλο της χέρι ρίχνοντας μία δυνατή σφαλιάρα στο κατάρτι μου κάνοντας με να ανατριχιάσω από καύλα και μου είπε: "αυτό να το βάλεις στον κώλο σου…".
Μετά πέταξε κάτω το ευρώ που της είχα δώσει, ξεστόμισε κάτι στη φιλενάδα της από το οποίο κατάλαβα μόνο τη λέξη "μαλάκας" γύρισαν και άρχισαν να απομακρύνονται.