Ξέχασες το κωδικό; Κάνε εγγραφή!



Αποστολέας Θέμα: Στη σκιά της πεταλούδας  (Αναγνώστηκε 1558 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αποσυνδεδεμένος Lvfemfeet

  • *GreekFoot Fanatic*
  • *****
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 613
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 120
  • -Έλαβε: 44
Στη σκιά της πεταλούδας
« στις: Ιουλίου 26, 2010, 08:48:36 μμ »
Απόσπασμα απο το βιβλίο "Στη σκιά της πεταλούδας" , Ισιδωρος Ζουργος

( Οι πρωταγωνιστές είναι εγκλωβισμένοι σε ένα ασανσερ)

... Σάββατο 13 Αυγούστου, ώρα 23:38

Του φάνηκε μέσα στο σκοτάδι πως την άκουσε να βαριανασαίνει. Είχαν ξαπλώσει πόδια με κεφάλι, αυτός από συστολή είχε μαζέψει τα ιδρωμένα πόδια του στη γωνία, από ντροπή περισσότερο, μήπως τυχόν και της μυρίζουν έτσι όπως ήταν κοντά στο πρόσωπο της. Αυτή θα πρέπει να είχε βγάλει την μπλούζα της όταν είχε σβήσει η λάμπα. Λίγο πριν κλείσει τα μάτια του, το είχε καταλάβει από κάποιες κινήσεις και ένα α¬παλό σύρσιμο που έκανε το ύφασμα πάνω στο μουσαμά και στη φορμάικα. Τώρα ήταν ξαπλωμένη στο πλάι με τα πόδια της μαζεμένα, όπως τα έμβρυα στη μήτρα. Ανάμεσα τους ή¬ταν αθώα αφημένα κτερίσματα: μια τσάντα, ένα κινητό εκτός λειτουργίας, ένας αναπτήρας, ένα πακέτο τσιγάρα...
Κράτησε για λίγο τα μάτια του ανοιχτά, αλλά δεν είχε κα¬μία σημασία, το σκοτάδι ήταν απόλυτο. Ξαφνικά φοβήθηκε μή¬πως είχε τυφλωθεί και τον έπιασε πανικός, ψαχούλεψε δίπλα του με αγωνία για να βρει τον αναπτήρα, τον κράτησε στα χέ¬ρια του και άναψε. Μια μικρή φλογίτσα έκοψε το έρεβος στα δύο και ξεχώρισαν δίπλα του τα πόδια της. Είχε πραγματικά ωραία πόδια, οι φτέρνες της έμοιαζαν με μισά ροδάκινα μ' έ¬να χρώμα απαλό τριανταφυλλί, τα δάχτυλα της ίσια σαν μικροί ράβδοι και μακριά, τα νύχια της περιποιημένα.
Κοίταξε για λίγο τη μικρή φλόγα, ο αναπτήρας του δε θα κρατούσε για πολύ. Την πέρασε λίγο πάνω από το κορμί της, για να φέξει και να δει αν όλα ήταν εντάξει. Αυτή κοιμόταν έναν ύπνο ανήσυχο, τα μαλλιά της, ιδρωμένα, σε κάθε κίνηση του κεφαλιού της σφουγγάριζαν το πάτωμα. Τα στήθη της γυμνά έγερναν στο πλάι, το ένα έπεφτε πάνω στο άλλο και του κρατούσε συντροφιά, ίσως πάλι και να ζευγάρωναν. Κάθε τό¬σο με το ρυθμό της αναπνοής της ανασηκώνονταν λίγο κι ύ¬στερα έπεφταν. Η μια της ρώγα, αυτή του κάτω στήθους, τρι¬βόταν ασυναίσθητα πάνω στο λεκιασμένο μουσαμά. Αυτός σκέφτηκε προς στιγμήν πως της άξιζε καλύτερη τύχη, ένα τέ¬τοιο κορμί άξιζε το καλύτερο, και ύστερα σαν από ντροπή για την αδιάντροπη θέαση της γύμνιας της κατέβασε τα μάτια.
Έγειρε πίσω στη θέση του κι άφησε το δάχτυλο από τον α¬ναπτήρα. Βρέθηκε πάλι στο σκοτάδι, το μέταλλο που κρα¬τούσε στο χέρι του τον έκαιγε. Το άφησε δίπλα του χωρίς να κάνει θόρυβο. Ξάπλωσε ανάσκελα με το κεφάλι του να αγνα¬ντεύει τη σκοτεινή οροφή. Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να φανταστεί άστρα. Έπρεπε αύριο το πρωί να βρει έναν τρό¬πο να της πει πως ήταν Κυριακή και πως όλα τα γραφεία θα ήταν κλειστά. Το στόμα του ήταν κατάξερο και παρ' όλο τον ερχομό της νύχτας ο ιδρώτας δεν είχε σταματήσει να τον νο¬τίζει στις μασχάλες και στο λαιμό.
Έστρεψε το κεφάλι προς εκεί όπου ήταν τα πόδια της. Τα άκουσε προς στιγμήν που λίγο σάλεψαν και ύστερα έγιναν πάλι μαρμάρινα. Για να κοιμηθεί, συγκέντρωσε το μυαλό του στη σκέψη τους, τα έφερνε πάλι στο μυαλό του, ξανάπλαθε στο νου του την εικόνα τους που είχε δει πριν από λίγο και ή¬ταν σαν να τα καλούσε να έρθουνε, σαν να τους έκανε μάγια. Και ήταν η γλώσσα γητειά πραγματική, γιατί το ένα πόδι πα¬ραπλανήθηκε σε κάποιο στεναγμό της ή σε κάποια αλλαγή θέ¬σης του κορμιού της και ξεστράτισε, χάθηκε και βρέθηκε δί¬πλα στο πρόσωπο του. Και αυτός φίλησε πολλές φορές τα δά¬χτυλα της απαλά, για να μην την ξυπνήσει, γιατί ήταν πολύ ό¬μορφα και καλοσχηματισμένα, γιατί ο ουρανός του εκείνο το βράδυ δεν είχε άστρα. Τα φίλησε γιατί ήθελε ακουμπώντας τα έτσι να αποκοιμηθεί με την ελπίδα να ξυπνήσει την επομένη και να μην είναι Κυριακή, αλλά να τρέχουν πολύβουοι καταρ¬ράκτες από εκεί ψηλά. από το μηχανοστάσιο στην ταράτσα, α¬πό εκεί όπου συναθροίζονταν διακόπτες και τροχαλίες. ... (σελ. 185-186)