φοιτητική συνεστίαση στη δεκαετία του 90: η ωραία της παρέας μου είχε ζητήσει να τη συνοδεύσω. όχι τίποτα το σπουδαίο, χεσμένο με είχε απλά ήθελε να έχει παρέα στο δρόμο για να μη βαριέται. επιπλέον της άρεσε να βλέπουν οι φίλες Της ότι τρέχω σαν σκυλάκι από πίσω Της. εγώ το ίδιο βράδυ ήθελα να πάω στο γήπεδο με κάτι φίλους. δεν Της το είπα φυσικά αλλά προφασίστηκα κάτι άλλο και έτσι μείναμε στο ότι θα συναντηθούμε στο σπίτι της φίλης Της. φτάνω αργοπορημένος στον τόπο συνάντησης. μπαίνω μέσα και κάθομαι σε μια καρέκλα. απέναντί μου στο καναπέ κάθεται η πεντάμορφη. γοητεία και ελαφρά υπεροψία θρονιασμένη σταυροπόδι. μεταξένια ολόισια μαύρα μαλλιά σε έκαναν να αισθάνεσαι μικρός μπροστά Της. το βλέμμα μου έπεσε στις μαύρες γόβες Της. ήθελα να πέσω στα πόδια Της και να φιλήσω το μέρος του ποδιού Της που έμενε ακάλυπτο από τα παπούτσια και την παντελόνα Της. φαινόταν τόσο όμορφο μέσα από το λεπτό μαύρο καλσόν.
Εκείνη με μάλωνε με νάζι γιατί δεν την είχα συνοδεύσει. Οι φιλενάδες γέλασαν. Η οικοδέσπηνα μου είπε σε τόνο μισοσοβαρό να ζητήσω συγγνώμη. Τότε γύρισε απότομα η πεντάμορφη και είπε: ¨Αν μου φιλήσεις και μου γλύψεις τα παπούτσια, μπορεί να σε συγχωρέσω.¨ Το αίμα μου ανέβηκε στο κεφάλι αλλά κρατήθηκα. Ακόμα δεν το ξεχνώ και βρίζω τον εαυτό μου που δεν επανέφερα σε κάποια πιο ιδιωτική στιγμή το θέμα.