Παιδιά συγνώμη για την καθυστέρηση, αλλά αυξήθηκαν οι υποχρεώσεις τον τελευταίο καιρό. Ήμουν και λίγο άρρωστος την περασμένη εβδομάδα. Τέλος πάντων σας γράφω μια μικρή συνέχεια για να πάρετε μια γεύση για το τι επακολουθεί.
Μέσα στις σκέψεις μου δεν κατάλαβα πως πέρασε ο χρόνος, και άκουσα την πόρτα να ανοίγει καθώς οι δυο γυναίκες γυρίσανε. Έμεινα παγωμένος στην θέση μην ξέροντας τι να κάνω. Πήγα στο σαλόνι μόνο αφού με φωνάξανε εκείνες. Τις βρήκα να κάθονται στον καναπέ με τα πόδια τους ακουμπισμένα στο τραπέζι.
«Φέρε τις παντόφλες μας!» πρόσταξε η μητέρα μου.
Αμέσως έσπευσα να υπακούσω και έφερα τις παντόφλες τους και τις ακούμπησα στο πάτωμα μπροστά τους.
«Φόρεσέ τες στα πόδια μας ηλίθιε, τι κάθεσαι και μας κοιτάς;» είπε η θεία μου περιφρονητικά.
Ξαφνιάστηκα με αυτήν την διαταγή της καθώς δεν περίμενα να με άφηναν να ξανακουμπήσω τα πόδια τους. Έβγαλα τα παπούτσια που φόραγαν και φόρεσα τις παντόφλες στα όμορφα πόδια τους. Όπως πήγα να σηκωθώ, η μητέρα μου με εμπόδισε πατώντας με το πόδι της τον ώμο μου. Το ίδιο και η θεία μου.
«Περίμενε, έχουμε να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση.»
Πόσο σοβαρή θα ήταν η συζήτηση έχοντας τα πόδια τους αριστερά και δεξιά από το κεφάλι μου;
«Συζητήσαμε με την θεία σου και συμφωνήσαμε ότι αφού σου αρέσουν τόσο πολύ τα πόδια μας και θες να τα υπηρετείς, θα στο επιτρέψουμε.»
Ακούγοντας αυτά τα λόγια, αναθάρρεψα και χάρηκα που κατάφερα αυτό που πραγματικά ποθούσα.
«Υπό έναν όρο όμως!» συμπλήρωσε η μητέρα μου με αυστηρό ύφος, και με έκανε να ανησυχώ. «Δεν πρέπει να συνδυάσεις τα πόδια μας με την σεξουαλική σου ευχαρίστηση, γι αυτό όταν μας υπηρετείς θα φοράς αυτό…» είπε και έβγαλε από μια μαύρη σακούλα ένα κουτάκι. «Αυτό είναι μια συσκευή αγνότητας, κλειδώνει το ¨πουλάκι¨ σου και δεν θα μπορείς να ερεθίζεσαι και να εκσπερματώνεις με τα πόδια μας. Θα το φοράς μια ολόκληρη εβδομάδα και θα δικαιούσαι απελευθέρωση κάθε Κυριακή που εμείς δεν θα είμαστε στο σπίτι. Σύμφωνοι;»
Δεν υπήρχε τίποτα να σκεφτώ. Για άλλη μια φορά μίλησε πρώτο το πέος μου που ήταν ερεθισμένο στο έπακρο και φυσικά δεν έμεινε απαρατήρητο.
«Μάλιστα, μαμά.» απάντησα χωρίς να μπορώ να την κοιτάξω στα μάτια.
«Πολύ ωραία, σήκω τώρα να φορέσεις την συσκευή.» είπε η θεία μου και με τράβηξε από το αυτί για να σηκωθώ.
Αφού σηκώθηκα και γδύθηκα, αποκαλύφθηκε το ερεθισμένο μου πέος και τα πρησμένα και κοκκινισμένα, από τα χθεσινά, μπαλάκια μου.
«Δεν μπορούμε να του φορέσουμε την συσκευή όταν είναι καυλωμένος.» είπε η θεία μου και χαστούκισε δυνατά το πέος μου.
Με το χτύπημά της ένιωσα ένα τρομερό τσούξιμο και έπεσα στα γόνατα. Η μητέρα μου νευριασμένη, ήρθε κοντά μου και με έπιασε δυνατά από τα αρχίδια.
«Θα σου τα κλωτσάω μέχρι να ξεκαυλώσεις παλιοσκλάβε!» είπε και άρχισε να με κλωτσάει ανελέητα.
Με κάθε κλωτσιά το πέος μου παλλόταν και ερεθιζόταν περισσότερο. Λάτρευα αυτήν την τιμωρία από τα πόδια της. Μετά από λίγο συνειδητοποίησε ότι την ίδια μέθοδο είχε χρησιμοποιήσει και το προηγούμενο βράδυ χωρίς αποτέλεσμα.
«Δεν γίνεται δουλειά έτσι.» είπε η θεία μου ξεφυσώντας. «Πήγαινε στο μπάνιο, παίξε το πουλάκι σου, και μόλις τελειώσεις καθαρίσου και έλα εδώ να σου φορέσουμε την συσκευή.»
Ακολούθησα τις εντολές της και στο μπάνιο άρχισα να αυνανίζομαι σκεπτόμενος τα πόδια τους. Δεν άργησα να χύσω και σε 5 λεπτά βρισκόμουν μπροστά, έτοιμος να ¨φυλακιστώ¨ για τα πόδια τους. Η θεία μου έπιασε το πέος και τα μπαλάκια μου και ξεκίνησε να τοποθετεί την συσκευή αγνότητας. Προς έκπληξή της, άρχισα να ερεθίζομαι και πάλι. Αυτή τη φορά όμως δεν την εμπόδισε αυτό καθώς μέχρι να φτάσω σε πλήρη στύση, η συσκευή είχε ήδη τοποθετηθεί. Το χαρακτηριστικό κλικ του λουκέτου ακούστηκε και οι δυο γυναίκες με κοίταξαν μοχθηρά. Η μητέρα μου στάθηκε μπροστά μου, σαρώνοντας με τα μάτια της το κορμί μου από πάνω μέχρι κάτω και κοιτώντας περιφρονητικά το ¨φυλακισμένο¨ μου πέος. Εγώ ένιωθα ντροπή, εξευτελισμό και ταπείνωση. Με ερέθιζε όμως αυτό. Αυτό ήθελα. Ένιωθα το πλαστικό σωληνάκι να σφίγγει όλο και πιο δυνατά καθώς η στύση μου προσπαθούσε να μεγαλώσει. Έπεσα στα τέσσερα και άρχισα να φιλάω τα όμορφα καλοσχηματισμένα κουντεπιέ της μητέρας μου.
«Μητέρα, ευχαριστώ πολύ που με έκανες σκλάβο των ποδιών σου. Θα τα υπηρετώ με όλη μου την αγάπη.» είπα ενώ φιλούσα ασταμάτητα και με πάθος τα πόδια της.
«Να καταλάβαινες μόνο πόσο γελοίος ακούγεσαι!» είπε η θεία μου ειρωνικά και οι δυο γυναίκες γέλασαν.
Ενώ φιλούσα τα πόδια της ένα χρυσό κλειδάκι με μια αλυσιδίτσα έπεσε στο πάτωμα ανάμεσα στα πόδια της μητέρας μου.
«Φόρεσέ την στο δεξί μου πόδι!» διέταξε παγερά.
Πέρασα την αλυσιδίτσα γύρω από τον αστράγαλό της και έκλεισα το κούμπωμα. Πλέον ήμουν και κυριολεκτικά ο σκλάβος των ποδιών της αφού η ¨ελευθερία¨ μου βρισκόταν στα πόδια της…