Ξέχασες το κωδικό; Κάνε εγγραφή!



Αποστολέας Θέμα: 2008  (Αναγνώστηκε 2848 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αποσυνδεδεμένος slave 1

  • Νέος
  • *
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 11
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 0
  • -Έλαβε: 3
2008
« στις: Σεπτεμβρίου 15, 2013, 05:21:14 μμ »
Η ιστορία που θα σας διηγηθώ έγινε το 2008. Είναι μία ανέλπιστη κατάσταση που έζισα και πολλές φορές την αναπολώ με νοσταλγία. Θέλω μόνο την εποιήκιά σας για τα ορθογραφικά λάθη μου.

Το διαδίκτυο είναι  ένας χώρος  που με μεγαλύτερη άνεση μπορώ να εκφράσω τις ιδιαίτερες επιθυμίες μου σε σχέση με τις γυναίκες. Έτσι κάποιες περιόδους της ζωής μου πέρναγα αρκετό χρόνο αναζητώντας συνομιλίες σε διαδικτυακές κοινότητες με απώτερο σκοπό τη γνωριμία. Είχα κάνει δυο τρεις γνωριμίες και μία απο αυτές θα σας την περιγράψω.
Σχετικά εύκολα αλλάξαμε τηλέφωνα και μιλούσαμε για τις επιθυμίες μας. Εγώ δυσκολευόμουν, ήμουν αμήχανος και ντροπαλός, κάτι που με χαρακτηρίζει σε τέτοιες καταστάσεις. Εύκολα της μίλαγα μέσω Chat αλλα αμήχανα απο το τηλέφωνο. Ήταν 5 χρόνια μεγαλύτερη μου. Μου έλεγε άνετα αυτά που ήθελε και φαινόταν αποφασισμένη. Δεν είχε περιστροφές ο λόγος της ούτε ζητούσε ανταλλάγματα, ποιο πολλή φαινόταν να προσπαθεί να σιγουρευτεί για το οτι εννοούσα τα όσα έλεγα. Είχα δεί και φωτογραφίες της, φαινόταν όμορφη με καλό σώμα. Ήθελε κάποιον όμορφο άντρα να γονατίσει μπροστά της και να παραδώσει το μυαλό του και το σώμα του στις επιθυμίες της. Στην άκρη του μιαλού της είχε την επιθυμία να κάνει μία μόνιμη σχέση με έναν τέτοιο άντρα.  Εγώ έμενα Αθήνα αυτή Θεσσαλονίκη, της είπα να ανέβω επάνω για ένα ΣΚ αλλα η απάντησή της ηταν: και τι νόημα έχει. Κανείς δεν ξέρει της απάντησα. Εγώ είχα το φόβο μην είναι καμιά «άροστη» ή καμιά που λόγο εμφάνισης δεν θα ήθελα να κάνω το παραμικρό μαζί της, είχε και εκείνη το ίδιο άγχος μου ομολόγησε  παρ’ όλο που είχαμε ανταλλάξει αρκετές φωτό. Στην αρχή δεν με πίστευε οτι ήμουν αυτός στις φωτογραφίες.  Απο ότι φάνηκε ήταν τόσο σφοδρή η επιθυμία μας για να οικανοποιήσουμε τις φαντασιώσεις μας που όλες η αναστολές ξεπεράστηκαν και πίρε ο καθένας το ρίσκο του. Εγώ να πάω με το ένα τρένο στη Θεσσαλονίκη και να γυρίσω με το επόμενο και εκείνη να χάσει μερικές ώρες απο το πρωινό της. Η αλίθια είναι οτι ρίσκαρα πολή περισσότερο, αλλα και αυτό το έβρισκα σαν ένδειξη υποτέλειας σε μία όμορφη και θελκτική γυναίκα. Τι θα έκανα αν διαπίστωνα τη στιγμή της συνάντησης οτι δεν είναι ούτε  όμορφη ούτε  θελκτική, το είχα πάρει απόφαση, θα έκανα υπομονή και θα γύριζα με την ουρά κάτω απο τας σκέλια, κατακόκκινος απο την τροπή μου, στην Αθήνα με το επόμενο τρένο. Βέβαια το θέμα της ντροπής δεν θα έλειπε ούτε απο τη μία ούτε απο την άλη έκβαση της συνάντησης.
Ενημέρωσα οτι θα λείψω το ΣΚ σε φίλους στη Θεσσαλονίκη. Με το εισιτήριο στο χέρι, μουδιασμένος και γεμάτος ντροπή  με αυτή μου την απόφαση, με  μόνη σκέψη πως θα είναι αυτή η άγνωστη που θα συναντήσω, ανυπομονούσα να φτάσει το τρένο. Τα έκανα όλα μηχανικά και ποντάριζα  στη λύτρωση που θα μου έδινε αν ήταν μία άνετη κοπέλα που δεν θα με έφερνε σε δύσκολη θέση.
Στο σταθμό της συπροτεύουσας σχημάτισα τον αριθμό της και κυριευμένος απο ντροπή και αγχος που με έκανε να ιδρώνω, την ενημέρωσα οτι έφτασα για  να μου πει που θα συναντηθούμε. Μου είπε να πάω σε ένα δρόμο εκι κοντά στο σταθμό, που ούτε τον θυμάμαι απο το άγχος μου. Δεν κοίταγα τους περαστικούς, δεν σκεπτόμουν, δεν υπήρχε τίποτα γύρο μου, παρά μόνο προετιμαζόμουν ψυχολογικά να αντιμετωπίσω, το ενδεχόμενο της απογοήτευσης και της φυγής. 
Κοιτούσα τον κόσμο μέσα στα περαστικά αυτοκίνητα να διακρίνω ποια είναι, σαν να έκανα πιάτσα ήταν, τι ντροπή; Είχαμε συνεννοηθεί οτι αν δεν μου άρεσε θα έφευγα την ίδια στιγμή το ίδιο θα έκανε και αυτή, σε αντίθετη περίπτωση όμως δεν είχαμε πει τίποτα για το μετά. Δεν φοβόμουν μη φύγει, για την εμφάνισή μου είχα απεριόριστη αυτοπεποίθηση, φοβόμουν πως θα φύγω εγώ. Καμί γυναίκα οδηγός δε με κοίταζε. Σταματάει ένα αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου μπροστά μου, κοιτάω την οδηγό με κοιτάει και αυτή, χαμογελάω, μου κάνει νεύμα, ήταν όμορφη, είσαι η Κατερίνα;  ρωτάω, και εσύ ο Γιάννης μου απαντά, κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά χαμογελώντας απο ευγένεια γεμάτος, άγχος; Ντροπή; Αμηχανία; Ούτε εγώ δεν μπορούσα να προσδιορίσω τι μου συνέβαινε. Δεν ήταν ούτε ιδιαίτερα διαχυτική αλλά ούτε και απόμακρη. Είχε κατέβει απο το αυτοκίνητο και με ρωτά  θα πας πίσω στο σταθμό για το επόμενο τρένο η θα πάμε για καφέ; Οχι όχι, αν βρίσκεις και εσύ ενδιαφέρον πάμε για καφέ. Βάλε τα πράγματα σου στο πορτμπαγκάζ. Τα βάζω και μπαίνω στη θέση του συνοδηγού. Προσπαθούσα να τη  σκανάρω χωρίς να φανεί. Φορούσε μία μαύρη ριχτή παντελόνα, ένα λευκό μπλουζάκι με τιράντες και δερμάτινα ίσια  πέδιλα, ήταν αρκετά όμορφη, με καλό αδύνατο σώμα και υπέροχα πόδια απο τον αστράγαλο και κάτω που έβλεπα. Ήθελα να τα κοιτώ συνέχεια αλλα ντρεπόμουν. Δεν μου άφησε περιθώρια για να είμαι αμήχανος, άρχισε να μου μιλάει, με ρώτησε που θέλω να πάμε για καφέ , αν έχω ξανάρθει Θεσσαλονίκη, μου είπε οτι δεν τη λένε Κατερίνα αλλα Δήμητρα, και διάφορα άλλα περι ανέμων και υδάτων.
Ήπιαμε καφέ σε ένα κεντρικό πολυσύχναστο μέρος,  μετά μου πρότεινε να περπατήσουμε στη Θεσσαλονίκη, να με ξεναγήσει. Ένιωθα πλέων άνετα, δεν ήταν «άροστη» και λέγαμε πολλά, για τις δουλειές, για τις σπουδές μας, για τη Θεσσαλονίκη και ούτε θυμάμαι τι άλο. Τι ρώτησα αν ξέρει κάποιο φτηνό ξενοδοχείο για να μείνω το βράδυ και μου είπε πως ξέρει και θα με πάει. Περνούσαν οι ώρες και άρχισα να σκέφτομαι οτι δεν πρόκριτε να γίνει τίποτα. Δεν υπήρχε ούτε ένα υπονοούμενο, ούτε μία αναφορά στα όσα απόκρυφα είχαμε ομολογήσει ο ένας στον άλον, έριχνα κλεφτές ματιές στα πανέμορφα πόδια της  που με έκαναν να παραλύω  παρ’ ότι φόραγε αυτά τα ξενέρωτα δερμάτινα πέδιλα,  και προσπαθούσα να φανταστώ πως αυτή η κοπέλα μπορεί να μεταμορφώνει την συμπεριφορά της, πως αυτή η κοπέλα μπορεί να πετάξει την ευγένεια που τι διακρίνει και να γίνει  μιά απετιτική και σαδιστική γυναίκα μόνο και μόνο για την ικανοποίηση της  ηδονή της, πως μπορεί να μου ζητήσει να της δώσω το σχινή που μου είπε να φέρω μαζί μου απο την Αθήνα, για να το χρισημοποιήσει επάνω μου. Πίστευα σιγά σιγά οτι θα γίνουμε δύο καλοί φίλοι. Τουλάχιστον ήταν προτιμότερο απο το να έφευγα ντροποιασμένος με το πρωινό τρένο.
Κάποια στιγμή πεινάσαμε, φάγαμε  σουβλάκια, της ζήτησα να με πάει στο ξενοδοχείο που ήξερε. Τότε μου λέει, άσε το ξενοδοχείο, θα σε φιλοξενήσω σπίτι μου δεν χρειάζεται να ξοδεύεσαι. Ένιωσα σα να είχα περάσει μία δοκιμασία για να νιώσει ασφάλεια, ποτέ δε μου το επιβεβαίωσε αλλα νομίζω πως ήταν ακριβός έτσι, ενώ παράλληλα ένιωσα και εγώ ακόμα ποιο άνετα απο την περιποίηση.
Αρκετά γρήγορα βρεθήκαμε στη βεράντα της πίνοντας κάτι που δεν θυμάμε. Δεν άργησε να απλώσει τα πόδια της στο χαμηλό τραπεζάκι που βρισκόταν στο κέντρο. Άρχισαν να ιδρώνουν τα χέρια μου, κοίταξα στιγμιαία τα πέλματα των ποδιών τις, αλλά όχι και τόσο διακριτικά, ήταν από τα ποιο όμορφα πόδια που έχω δεί. Όλο το πρωί και το μεσημέρι γυρνούσαμε σαν δύο καλοί φίλη,  μιλούσαμε σαν δύο καλοί φίλοι που είχαμε να τα πούμε χρόνια. Σαν υπνοτισμένος, χωρίς να μπορώ να κρατήσω κάπου το βλέμμα μου σταθερό, χωρίς να ξέρω που πρέπει να κοιτάξω, τις είπα: Θα μου επέτρεπες να κάνω μασάζ στα πόδια πόδια σου, να τα αγγίξω, κάτι,ότι θες;
-Σου αρέσουν;
Ξεφυσώ κομπλαρισμένος και απαντώ με το ίδιο ταραγμένο βλέμμα.
-Πάρα πολύ,
Είναι η πρώτη φορά που πρόσωπο με πρόσωπο αρχίζω να ομολογώ.
-Δεν υπάρχει περίπτωση να κάνεις τίποτα εδώ έξω μας βλέπουν οι γείτονες. Και χαμογελά αυτάρεσκα έχοντας  μία άνεση στα όσα λέει σε αντίθεση με εμένα. Συνεχίζουμε να μιλάμε για άλλα πράγματα αλλα εγώ δεν είμαι ποια άνετος έχει κολίσει το βλέμμα μου στα πόδια της  και το μυαλό μου στην άνεση που με χιρίζετε.
Μετά απο κάποια ώρα συνομιλίας  για άσχετα θέματα, απροσδιόριστα πόση, πέρνει τα άδια ποτίρια να τα πάει στην κουζίνα και μου λέει: Έλα μέσα
Μπαίνω στο σαλόνι και κάθομαι στον καναπέ σαν να περιμένω  σοβαρή απάντηση σε ιατρείο. Έρχεται από την κουζίνα χαρούμενη και χαμογελαστή που περιποιήτε τον καλεσμένο της, κάθετε στην πολυθρόνα του σαλονιού που σχηματίζει γάμα με τον καναπέ που καθόμουν και απλώνει πάλι τα πόδια της στο τραπεζάκι του σαλονιού ακριβός μπροστά μου. Το βλέμμα μου παίζει, τα δάχτυλά μου τα σταυρώνω και τα ξεσταυρώνω, είμαι ιδρωμένος, ποτέ στη ζωή μου δεν είμαι έτσι, είμαι πάντα αποφασιστικός, άνετος, ανταγονιστικός που δεν επιτρέπουν τέτοια συμπεριφορά. Την κοιτώ και μου χαμογελά.
-Μπορώ τώρα που είμαστε μέσα να τα πιάσω;
-Τι να τα κάνεις
-Να τους κάνω μασάζ να τα φιλήσω , να τα μυρίσω... ότι σε ευχαριστεί εσένα
-Δεν μυρίζουν είναι καθαρά, λέει χαμογελώντας έχοντας μία δυσδιάκριτη έκφραση χλευασμού
Γίνετε λίγο αυστηρή .
-Το σχοινί το έφερες
-Μάλιστα λέω
-Για Δώστο μου, λέει διερευνητικά
Πάω στη τσάντα το παίρνω και της δίνω τρία κομμάτια σχοινιού 1,5 μέτρου περίπου το κάθε ενα και ικανοποιητικού πάχους. Έλαμψε το πρόσωπό της
-Εγώ δεν θα έβρισκα ποτέ τέτοιο σχοινί θα το κρατήσω.
-Ότι θέλετε, απαντώ  με έναν πληθυντικό που μου βγήκε αυθόρμητα. Και ξανακάθομαι στη θέση μου. Συνεχίζει να μου μιλά χαλαρά σαν φιλαράκι. Δεν έδωσε σημασία στον πληθυντικό αλλά χαμογελούσε χωρίς κάποιο λόγο, ο μόνος λόγος είναι οτι απολάμβανε την αμηχανία μου. Κουνά τα πόδια της πάνω στο τραπέζι.  Να τα πιάσω; Ρωτώ. Χαμογελά καταφατικά. Γονατίζω μπροστά στο τραπεζάκι που ήταν απλωμένα τα πόδια της. Πιάνω τα πέλματά της μαζί με τα πέδιλα, τα χέρι μου έτρεμαν, δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που συνέβαινε, ήθελα να τα τραβήξω προς το μέρος μου αλλά δεν ήθελα να την ξεβολέψω, τα έτριβα χωρίς να βγάλω τα πέδιλα της, δεν ήθελα να κάνω κάτι που δεν ήθελε. Πλησιάζω πολλή διστακτικά τα χείλη μου κοιτώντας λοξά να δώ τις διαθέσεις της, είναι ανέκφραστη και περιμένει να δεί μέχρι που θα φτάσω. Τολμώ και ακουμπώ τα χείλη μου επάνω στο ένα της πόδι, πεθαίνω απο ηδονή και ξαφνικά με σπρώχνει με το πόδι της και μου λέει: Γδύσου, θα είσαι  ολόγυμνος μπροστά μου, ήταν αυστηρή και αποφασιστική. Γδύνομαι γρήγορα και ξαναπέρνω τη θέση μου, είχε πλέον μεταμορφωθεί. Έκανε αυτό που ήθελε. Μετά απο την άδειά τη, της βγάζω ευλαβικά τα  πέδιλα, και γονατιστός και σκιμένος, πάνω απο το τραπεζάκι που είναι τα πόδια της αρχίζω να τα φιλώ και να τα γλύφω. Είχα χαθεί εντελώς, δεν θυμόμουν που είμαι τι είναι γύρο μου, τι ώρα είναι, δεν με απασχολούσε τίποτα μόνο να ικανοποιώ αυτή την όμορφη απετιτική γυναίκα και να γεύομαι υποταγμένος τα πόδια της.
-Έλα εδώ
Σταματάω σα ζεματισμένος και γυρίζω προς το μέρος της γονατιστός. Παίρνει τα πόδια της απο το χαμηλό τραπεζάκι και κάθετε κανονικά. Ανασηκώνετε απο την πλάτη της πολυθρόνας, ανοίγει ελαφρά τα τα γόνατά της και αφήνει να τρέξει το σάλιο της στο πάτωμα ανάμεσα στα δύο ξυπόλητα πέλματά της. Δεν έφτυσε, το άφησε να τρέξει.  Έλα, μου λέει με γλυκιά σαδιστική φωνή.  Χωρίς να μου έχει εξηγήσει μπουσουλάω γονατιστός μπροστά της, σκύβω ανάμεσα στα πόδια της και γλύφω το πάτωμα γευόμενος τα υγρά της.  Δεν περνάνε παρά ελάχιστα δευτερόλεπτα και με το ένα της πόδι με πατάει στο κεφάλι πιέζοντάς μου το πρόσωπο στο πάτωμα. Δεν κουνιέμαι καθόλου, δεν αντιστέκομαι παρά παραδίνομαι. Χωρίς να σταματήσει να με πατάει μου λέι πως θέλει να με δέσει .
-Θέλω να σε δέσω, σφιχτά, ξέρω οτι είσαι τόσο πιθίνιος που θα σε κάνω οτι θέλω ακόμα και αν δεν σε δέσω αλλα η εικόνα του δεμένου κορμιού σου μου αρέσει,  το θέμα είναι οτι δεν ξέρω να σε δέσω καλά, σφιχτά, πρέπει να μου δείξεις.
Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου όπως πιεζόταν ανάμεσα στο πάτωμα και το πέλμα της και τότε με απελευθερώνει. Πιάνω  το σχοινί και κάθομαι στο πάτωμα μπροστά της αρχίζοντας να δένω μετάξι τους τους αστραγάλους μου για να της δείξω πως θα δέσει τα χέρια μου. Της εξηγώ σιγά σιγά με μεγάλη προθυμία, σα να εξηγώ σε ενα μικρό παιδί πως θα δένει τα κορδόνια του.  Αφού δέσω τα πόδια μου τι ρωτά αν θέλει να τα λύσω για να το κάνει εκτείνει.
-Σιγά μι σου δέσω εγώ τα πόδια, μιά χαρά το έκανες μόνος σου. Γύρνα να σου δέσω πίσω απο την πλάτη τα χέρια που δεν μπορείς να το κάνεις μόνος σου.
Δυσκολεύομαι λίγο επιδί είναι δεμένα τα πόδια μου  καταφέρνω όμως να ξανασταθώ γονατιστός μπροστά της αλλά με γυρισμένη την πλάτη αυτή αυτή τη φορά για να τη διευκολύνω να με δέσει. Πιάνει το άλο κομμάτι σχοινιού και αρχίζει να μου δένει τους καρπούς μου όπως της είχα δείξει στους αστραγάλους μου. Καθυστέρησε λίγο αλλα το έκανε σφιχτά και μάλλον καλά. Την άκρη του τρίτου σχοινιού την δένει στο λαιμό μου και το αφήνει να κρέμεται.  Σηκώνετε, με σέρνει με το σχoινι απο το λαιμό μακριά απο το καθιστικό σε ένα ευρύχωρο σιμίο του σαλονιού της μπροστά σε ένα μεγάλο καθρέπτη. Δυσκολεύτηκα πολύ να πάω μέχρι εκι έτσι που ήμουν δεμένος, σχεδόν με έσυρε. Ήμουν πεσμένος στο πάτωμα. Με κοιτούσε διερευνητικά και γύριζε γύρο μου. Με ακουμπούσε με το πόδι της σε διάφορα σιμία του γυμνού μου κορμιού, όπως όταν χαϊδεύεις ένα σκύλο που δεν θες να τον πιάσεις μι και λερωθείς. Σταμάτησε και στάθηκε όρθια. Τα πόδια της ήταν σε απόσταση αναπνοής απο το πρόσωπό μου. Έκανε βαθύ κάθισμα και άρχισε να τρέχει η παλάμη της σε όλο μου το σώμα, το οπτικό μου πεδίο καλυπτόταν απο τα πόδια της, δεν χόρτενα να τα βλέπω και αισθανόμουν, ότι μου έκανε, χωρίς να ξέρω τι θα επακολουθίσει την επόμενη στιγμή. Το χέρι της πέρασε απο το κεφάλι μου, τη πλάτη μου, τα δεμένα χέρια μου, χούφτωσε αλαζονικά τον κόλο μου και έχωσε μέσα μου κάποιο δάχτυλό της. Δεν ήξερα τι να περιμένω, δεν με ενδιέφερε, εκι πεσμένος στο πάτωμα, δεμένος, με μοναδική εικόνα τα καλλίγραμμα ξιπόλητα πόδια της. Εποιασε τους όρχεις μου, τους  έσφιξε ελαφρά, κούνησε με το ένα της δάχτυλο το σηκωμένο πέος μου, δεν ήξερα την επόμενη της κίνηση και τρελαινόμουν, ένιωθα σαν αντικείμενο και αυτό νομίζω της άρεσε. Άρχισε να χαϊδεύει το στήθος μου, έπιασε δυνατά τις θηλές μου, τρελάθηκα, πόναγα και ηδονιζόμουν ταυτόχρονα, σφίχτηκα και μόρφασα κοιτόντας τα πόδια της που ήταν σε απόσταση αναπνοής, έβγαλα τη γλώσσα μου να τα γλύφω σε ένδειξη υποταγής για να κερδίσω τον οίκτο της, αλλα με εσφιγκε όλο και περισσότερο, δεν έφτανα να τα γλύψω καλά, η γλώσσα μου ακούμπαγε τις άκρες απο τα δάχτυλά της μα κυρίως το πάτωμα. Συνέχισε να μου τις σφίγγει και να τις στρίβει, σπαρτάραγα, ήθελα να κουλουριαστώ για να προστατέψω τις θηλές μου απο την σαδιστική της μανία αλλα η πραγματικότητα ήταν διαφορετική, όσο μου το επέτρεπε το δεμένο κορμί μου και το γλύψιμο των δαχτύλων της, γύριζα ανάσκελα για να της δίνω περισσότερο χόρο να με πονά, σφιγγόμουν  όμως και μου φεύγαν κραυγές πόνου. Όλα αυτά τα προκαλούσε παραμένοντας ακίνητη απο πάνω μου σφίγγοντας μόνο μέσα στα δάχτυλά της τις θηλές μου. Συνέχιζε να με πονά και μου είπε οτι πρέπει να είμαι ποιο  ήσυχος όταν με χρησιμοποιεί, μάλιστα μάλιστα, απάντησα,  θα κάνω ότι καλλίτερο μπορώ. Αμέσως μετά σταμάτησε, σηκώθηκε όρθια, με πάτησε στο κεφάλι και μου είπε: Εσύ θα μείνεις λίγο εδώ στο πάτωμα  και εγώ θα πάω μέσα να φέρω κάτι πράγματα. Μάλιστα κυρία, ξέρετε διψάω, τόλμησα να πώ, αλλά δεν φάνηκε να την απασχόλησε. Έφυγε από το σαλόνι.
Δεν ήξερα τι ώρα ήταν, δεν ήξερα ούτε τη συνοικία που βρισκόμουν. Πριν μερικές ώρες μιλάγαμε σαν δυο καλά φιλαράκια και βολτάραμε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, τώρα βρισκόμουν δεμένος και σωριασμένος στο πάτωμα του σπιτιού της κάτω απο το έλεός της,  οικειοθελώς μάλιστα και αυτό ήταν που πιθανότατα απολάβανε. Μήπως πρέπει να αρχίσω να ανησυχώ; Δεν πρόλαβα να το σκεφτώ και εμφανίστηκε κρατώντας στο ένα της χέρι ένα ζευγάρι μαύρες γόβες και μία βέργα απο κάποιο κλωνάρι δέντρου , στο άλο είχε ένα κουτί παπουτσιών που δεν έβλεπα τι είχε μέσα, παρέμενε ξυπόλητη με τα ίδια πρωινά ρούχα. Ακούμπησε αυτά που κράταγε στον καναπέ και κάθισε, έλα εδω με πρόσταξε. Προσπάθησα να σιρθώ αλλα αργούσα, έπιασε το σχοινί του λαιμού μου και με τράβαγε πνίγοντας με. Με τα χίλια ζόρια στάθηκα πάλι γονατιστός μπροστά της αυτή τη φορά δεμένος με τα χέρια πίσω και  τα πόδια. Με πονούσε το σχοινί, οι παλάμες μου και τα πέλματά μου είχαν ελαφρός μουδιάσεις, τα γόνατά μου απο το γονάτισμα πονούσαν, η ιδονί έφευγε σιγά σιγά. Κατεβάζει την παντελόνα της, βγάζει το κιλοτάκι της, είναι μούσκεμα και μου το χώνει μέσα στο στόμα, ξεροκαταπίνω. Η ιδονή ξαναχτυπάει κόκκινο και υπερισχύει όλων των άλλων, η στύση μου είναι απερίγραπτη, πέρνει τι μία της γόβα και την κατευθύνει προς  το πέος μου,  χώνει το πέος μου μέσα στη γόβα της όσο ποιο βαθιά μπορεί, προσπαθεί να το σφηνώσει και την κουνάει δεξιά αριστερά, εγώ μορφάζω, με βλέπει και μου αστράφτει ένα χαστούκι και μου τραβά το κιλοτάκι απο το στόμα. Μου πιάνει τα μάγουλα με τις παλάμες της, και με φέρνει πολή κοντά στο πρόσωπό της, με κοιτάει μέσα στα μάτια και μου λέει αγριεμένη: σου είπα να υπομένεις και με φτίνει μέσα στο στόμα, αυτή τη φορά το κάνει επιδικτικά Κουνάω επαναληπτικά και γρύγορα το κεφάλι μου καταφατικά, σαν να τρέμει, ψελίζω διψάω, αρχιζει να με φιλά με τρελώ πάθος, νιώθω τη γλώσσα της, τα χείλη της, τα υγρά της, με έχει απογειώσει. Με το ένα της χέρι με πιάνει απο το πίσω μέρος του κεφαλιού και συνεχίζει να με φιλά, αφήνει το άλο της χέρι και μάλον κατι ψάχνει στο κουτι των παπουτσιών που πρέπει να ήταν δύπλα της. Δεν ξέρω αν το έχει βρεί, συνεχίζει να με φιλά και να ψαχουλεύει τώρα με το χέρι της στο στίθος μου τη θηλή μου. Πονάνε τα δεμένα μου μέλη διψάω πολή, στο πέος μου είναι σφηνωμένη μία γόβα και εγώ απολαμβάνω και ξεδιψώ απο το φιλί της. Ξαφνικά εσθάνομε ένα οξή πόνο στη μία μου θηλή, σφίγγομαι δυνατά, αυθόρμητα πάω να τραβηχτώ αλλα το κόβω,  σταματα να με φιλά και μου αφίνει το κεφάλι, εγώ δαγκόνομε απο τον πόνο και την καύλα αλλα ποιο πολή απο τον πόνο, διαπιστώνω οτι μου έχει βάλει ένα ξύλινο μανταλάκι του απλόματος στη θιλή, την κιτάω με ικετευτικό ίφος αλλα δεν βγάζω άχνα, αυτή με ίρεμες κινήσεις πιάνει ακόμα ένα ξύλινο μανταλάκι, καταλαβένω και προτάσω το στίθος μου να τη διεύκολίνω, μου το βάζει  στην άλη θιλή, ο πόνο διπλασιάζετε το ίδιο και η ιδονή. Κάνει λίγο πίσω στον καναπέ και με κιτά αυτάρεσκα. Δεν κάνει τίποτα με κιτά μόνο χαμογελόντας. Περνάει αρκετός χρόνος, ο πόνος μιώνετε, οι θιλές μου μουδιάζουν, κολοκάθομε στα δεμένα μου πόδια. Πιάνει τι βέργα και μου λέει οτι αυτή της την είχε δόσει κάποιος που είθελε να τον μαστιγόνει αλλα δεν το έκανε ποτέ γιατι δεν της άρεσε σαν άντρα παρ΄ότι γουστάρει να μαστιγώνει. Εγώ απο την άλη ίδι έχω ξεπεράσει τον εαυτό μου στον πόνο. Οι θιλες μου πια δεν πονάνε είναι μόνο μουδιασμές και μάλον το έχει καταλάβει. Σικώνει το ένα της πόδι όπως καθόταν αναπαφτικά στον καναπέ και σκουντά πρώτα το ενα και μετά το άλο μανταλάκι τα οποία ταλαντέυοντε και κάθετε σταυροπόδι.  Ο πόνος ξανάρχετε δυνατός, σφίγκομε να μι φονάξω και γέρνω μπροστά και φιλώ το πόδι που είναι σταυρομένω και μου είχε προκαλέσει τον πόνο. Το γεμίζω φιλιά, δεν σταματώ να το φιλώ, στον κουτουπιέ, στα δάχτιλα και στιν κατασκονισμένη πατούσα πλέον, ψελίζω: διψάω κυρία. Συκόνετε και φέρνει ενα μπουκάλι κρίο νερό και το ακουμά στο τραπέζι, οι θιλές μου έχουν πάλη συνέλθει, είναι μουδιασμένε και δεν πονάνε. Ξανακάθετε και με κιτάει χωρίς να μου δόσει νερό, ξανααπλώνει το πόδι της και μου ξαναχτιπά τα μανταλάκια που αρχίζουν να ταλαντεύοντε και εγώ να πονό, δεν δίχνει κανένα ίκτο, με πιάνει απο το κεφάλι και με σπρόχνει  ανάμεσα στα πόδια της στο μουσκεμένο της μουνάκι, τα μανταλάκια ακουμπάνε στον καναπέ και με τρλένουν, αλλα τα υγρά της με τρελένουν περισότερο, τη γλίφω παθιασμένα όσο ποιο καλά μπορώ, εκίνει με τραβάει απο το σχινί του λεμού μου και βογκάει απο την ιδονη. Τι γλύφω πολή ωρα δε χορτένω ούτε εγώ ούτε αυτή, δεν μου δίνει σημασία μόνο απολαμβάνει, εχω χαθεί εντελός, πονάω στα χέρια, στα πόδια, στα γόνατα...
Κάπια στιγμί με σπρώχνει, είναι αναψοκοκινησμένη και υδρομένη, δεν τολμώ να ρωτήσω αν τελίωσε, χαλαρώνει, εγώ πεδεύωμε και το ξέρει. Έρχετε κοντα μου, αφερει τη γόβα της απο το πέος μου,  τη στιχίζει δήπλα στην άλη, πιάνει το κεφάλη και το σπρόχνει μέχρι να ακουμπήσει στο πάτωμα, μόλις ακουμπήσει το πατάει με το ένα της πόδι για να μίνω έτσι διπλωμένος, τεντώνετε και μου λίνει τα χέρια, με σκουντά στο κεφάλι με το πόδι της
-Λίσε τα πόδια σου
Το κάνω και κάθομαι στο πάτωμα μπροστά της. Έχει μίνι μόνο το λουρί και τα μανταλάκια στις μουδιασμένες μου θιλές.
-Βάλε μου τις γόβες
Πιάνω εβλαβικά τα σκονισμένα της πόδια και τους φορώ τις γόβες, απο το μιαλώ μου περνάει να τα καθαρίσω με τη γλώσσα μου αλλα δεν τολμώ να ζητίσω κάτι τετοιο προτιμώ να ζητίσω λίγο νερό.
-ξάπλωσε ανασκελα.
Ξαπλώνω ανάσκελα στο πάτομα με το κεφάλι μου μπροστα στα πόδια της παράλιλα με τον καναπέ , σκίβει πάνω απο το κεφάλι μου, μου ζιτά να ανίξω το στόμα μου, το κάνω και αφίνει μία μεγάλη ποσότητα σάλιων της να τρέξουνε στο στόμα μου.
-Κρατίσου λίγο με αυτό και θα σου δώσε σε λίγο νερό.
-Ευχαριστω κυρία.
-Λιπόν τώρα δεν θέλω να βγάλεις άχνα
-μάλιστα κυρία.
 Βάζει τι σόλα απο τη μία γόβα της στο στόμα μου και αφίνει το βάρος του ποδιού της να πέση. Τη σόλα απο το άλο πόδι την πατάει στο λεμό μου. Μου υπενθιμίζει: δεν θέλω άχνα
Κίβει μπροστά και πάει τα χέρια της προς τα μανταλάκια απο τις θιλές μου. Ταράζομε πολή, τα μάτια μου πέζουν προσπαθώ να δώ πρως το στίθος μου αλλα δεν βλέπω τιποτα ούτε θέλω να ανασικοθώ αφου με θέλει έτσι κάτω να με πατάει. Νιόθο οτι πιανει ελαφρά τα μανταλάκια του απλόματος. Τα έχει πιάσει ανεπέσθιτα και τα κουνά ελάχιστα ίσα ίσα να πονάω λίγο και να με τρελένει. Η αναπνοή μου γίνετε έντονει και θολώνει τη γιαλάδα της γόβας της, ιδρώνω, απο την ταραχί μου αυθόρμιτα φιλώ τη σόλα της που πιέζει το στόμα μου μπας και κερδίσω των ίκτο της, τι βλέπω που χαμογελα και τότε ξαφνικά πρέπει να έπισε στη βάση τα ξήλινα μανταλάκια και να τα έσφιξε για τρελάθικα απο τον πόνο, μούκριζα κάτω απο τη γόβα της , σπαρτάραγα,  εσφιγκα τα χέρια μου στο πάτομα, παρακάλα να ήμουν δεμένος αλλα τωρα έπρεπε να μη πιάσω τα χέρια  και  τώτε όπως τα έσφιγκε τα τράβιξε και μου τα έβγαλε, ούρλιαξα με μανία και εκίνη με την ίδια μανία με πάταγε όσο ούρλιαζα. Σιγά σιγά ιρέμισα, σταμάτισε να με πατάει, γύρισα στο πλάει προς τη μεριά του καναπέ, αγκάλιασα τα πόδια της και τα φίλαγα στον κουτουπιέ, έγλιφα απο την μίτι της γόβας μέχρι τον αστράγαλο. Έμινα εκί αποκαμομένος αγκαλιά με τα πόδια της, με χάιδεψε στο κεφάλι και με ρώτισε διψάς; Ναι πολή απάντησα.
-Έλα σίκω, κάτσε στον καναπέ και θα σου δόσω εγώ νερώ.
Έκατσα στον καναπέ. Αυτή έβγαλε τη φτλερνα της απο τη γόβα, τα δάχτιλά της παρέμεναν να ακουμπούν τον πάτο της γόβας, σικόθικε στο άλο της πόδι και έριξε απο το μπουκάλι νερό πάνω  στο μιρό της. Το νερό άρχισε να διατρέχει όλο της το πόδι και να καταλάγι το περισότερο μέσα στη γόβα. Αρκετή ποσότητα έτρεξε στο πάτομα.  Βγάζει τοπόδι της μέσα απο τη γεμάτι με νερό γόβα, την πέρνει στο ένα χέρη και στο άλο το μπουκάλι με το νερό. Ανεβαίνει όρθια πάνω στον καναπέ, πατάει με το γιμνό της πόδι ανάμεσα στα πόδια το συκομένο μου πέος και μου δίνει τι γόβα της να ξεδιψάσω. Την αδιάζω λέμαργα. Με το μπουκάλι γεμίζει το στόμα της νερό, σκίβει επάνω μου και ακουμπά τα χίλη της στα δικά μου αδιάζοντας το δροσερό νερό απο το στόμα της στο δικό μου.
-Ξεδίψασες;
-Όχι κυρία
Όπως ήταν όρθια με το γυμνό της πόδι με πατά στο κούτελο και με ξαπλώνει στον καναπέ.  Εγώ κατάλαβα και άνιξα το στόμα μου, έχωσε το πόδι της μέσα στο στόμα μου και περιέχισε το γόνατό της με νερό. Το νερό κίλισε μέχρι το στόμα μου και άρχισα να πνίγομε και να προσπαθώ να καταπιώ. Κάναμε τον καναπέ χάλια και εμένα μούσκεμα.

Συνεχίζετε

Αποσυνδεδεμένος LM

  • *GF Pervert*
  • *****
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 3737
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 2871
  • -Έλαβε: 631
Απ: 2008
« Απάντηση #1 στις: Σεπτεμβρίου 15, 2013, 05:30:46 μμ »
Πολυ δυνατη !!!  :thumbsup1: :w00t: :thumbsup1: :wanker2:

Αποσυνδεδεμένος Patousofilos

  • *GreekFoot Fanatic*
  • *****
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 648
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 0
  • -Έλαβε: 10
Απ: 2008
« Απάντηση #2 στις: Σεπτεμβρίου 18, 2013, 12:03:20 μμ »
Τέλεια ιστορία!!!
Περιμένουμε με αγωνία τη συνέχεια!!!

Αποσυνδεδεμένος submalegr

  • Προχωρημένος
  • **
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 93
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 9
  • -Έλαβε: 1
Απ: 2008
« Απάντηση #3 στις: Σεπτεμβρίου 18, 2013, 02:00:15 μμ »
Τέλεια εμπειρία!
submalegr