Ξέχασες το κωδικό; Κάνε εγγραφή!



Αποστολέας Θέμα: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΑΦΕΝΤΡΑΣ (mini story)  (Αναγνώστηκε 2608 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αποσυνδεδεμένος geogou

  • Προχωρημένος
  • **
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 88
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 2
  • -Έλαβε: 6
ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΑΦΕΝΤΡΑΣ (mini story)
« στις: Ιανουαρίου 21, 2018, 01:13:05 μμ »
Η Κυρία έρχεται συνήθως αργά από τη δουλειά. Το πιο συχνό, μετά το γραφείο πάει για ένα ποτάκι και, σχεδόν πάντα, θα ψαρέψει και κάποιον για να περάσει την βραδιά Της. Αυτό δεν αλλάζει φυσικά την δική μου καθημερινότητα. Πρέπει να έχω τελειώσει όλες τις δουλειές στις 7.00 ακριβώς. Και από εκείνη την ώρα, γυμνός, με ένα dildo με ουρά στον κόλο, πρέπει να περιμένω γονατιστός μπροστά στην είσοδο.

Αλλά απόψε τα πράγματα ήταν αλλιώς. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Έπρεπε να φορέσω ένα μικρό, στενό κορσεδάκι, που μου κόβει την ανάσα. Από κάτω να φορέσω ένα μαύρο μεταξωτό εσώρουχο, κάλτσες και μαύρες γόβες στιλέτο. Μου είπε να πιω μόνο τσάι και να μην κατουρήσω καθόλου, μέχρι να έρθει. Έκανα ό,τι μου είπε και Την περίμενα γονατιστός.
Θα πρέπει να ήταν 12.30 όταν άκουσα γέλια, χάχανα και ανακατεμένες φωνές –ωστόσο η μια ήταν ασφαλώς της Κυρίας μου. Είχα παγώσει ολόκληρος και είχα πιαστεί, τα γόνατά μου πονούσαν. Ήμουν πεντέμισι ώρες στα τέσσερα. Αλλά όλα μου πέρασαν και η καρδιά μου σταμάτησε όταν άνοιξε η πόρτα. Σήκωσα τα μάτια γεμάτη προσμονή και επιβεβαίωσα πως η Κυρία μου δεν ήταν μόνη. Μπήκε πρώτη και παραμέρισε. Την ακολουθούσε μία όμορφη μελαχρινή γυναίκα, με πλούσια μαύρα μαλλιά και πράσινα μάτια. Φορούσε ένα γκρι ταγιέρ, άσπρο πουκάμισο και κόκκινες γόβες. Τελευταίος μπήκε ένας πολύ ψηλός και πολύ όμορφος 35άρης, ντυμένος με κουστούμι και μυτερά γυαλιστερά παπούτσια.

«Γεια σου τσουλάκι» μου είπε η Κυρία. Αγκάλιασα τα γόνατά Της και έγλειψα τις Μπότες Της, που έφταναν ψηλά μέχρι πάνω από το γόνατο. 
«Έφερα μία φίλη μαζί μου σήμερα. Θα την αποκαλείς Κυρία. Κι έναν φίλο μου. Θα τον αποκαλείς Αφέντη»
«Μάλιστα Κύρια.» Κοίταξα την Κυρία που μου χαμογέλασε. Η Αφέντρα μου κάλεσε τους φίλους Της να καθίσουν στο σαλόνι. Δεν μου είπε τίποτα, μήτε να σηκωθωώ, μήτε να πλησιάσω. Ρώτησε τι θα πιούν κι έφτιαξε μόνη Της τα κοκτέιλ που ζήτησαν. «Τι λέτε; Να παίξουμε με το τσουλάκι μου;», ρώτησε.

Εκείνοι συμφώνησαν με κραυγές ανυπομονησίας. Η Αφέντρα πήγε στο δωμάτιό Της, άνοιξε το βαλιτσάκι και έβγαλε από μέσα το κολάρο μου και τα δερμάτινα περικάρπια. Τα έδωσε την φίλη Της, η οποία σηκώθηκε περπάτησε προς το μέρος μου και μου είπε να σηκωθώ όρθιος. Ύστερα με έστησε στον τοίχο, μου έβγαλε τον κορσέ και το στρινγκάκι και μου πέρασε το κολάρο και τα περικάρπια. Μετά μου στερέωσε τα χέρια στο κολάρο.
Η Αφέντρα μου πήγε στην εταζέρα και πήρε από ένα κουτί δύο έτοιμα στριφτά τσιγάρα. «Μαύρο». Ύστερα, κάθισε στον καναπέ δίπλα στον φίλο Της, άναψε ένα τσιγάρο δικό Της κι ένα γι αυτόν. Παρακολουθούσαν την σκηνή με μισόκλειστα μάτια.
«Να χρησιμοποιήσεις τον βούρδουλα» είπε στην φίλη Της. «Είναι το μόνο που καταλαβαίνει, είναι πολύ σκληρόπετσος…».

Πάγωσα. Αυτό ήταν το χειρότερο μαστίγιο που είχε στην συλλογή της η Αφέντρα μου. Πολύ χοντρό, έκανε σημάδια αμέσως και τις βουρδουλιές τις ένιωθα ως το μεδούλι. Γύρισα και την κοίταξα παρακλητικά, αλλά δεν ενδιαφέρθηκε για την ικεσία μου. 
Η Κυρία χάιδεψε τον κώλο μου, χτύπησε ελαφρά τα αρχίδια μου και μετά έκανε δυο βήματα πίσω. Τέλος, σήκωσε το βούρδουλα και ξεκίνησε να μου αργάζει το τομάρι. Οι πρώτες βουρδουλιές ήταν κάπως δοκιμαστικές και έτσουξαν περισσότερο παρά πόνεσαν. Είχε καλό χέρι, σταθερό και σίγουρο. Δεν χτυπούσε στο ίδιο σημείο, πρόσεχε να κοκκινίσει καλά όλη την πλάτη, αν και μου έδωσε καμιά δεκαριά και στον κόλο. Η Αφέντρα μου συνέχιζε να καπνίζει αδιάφορη, αλλά ήταν φανερό πως ο Κύριος είχε ερεθιστεί από το θέαμα, γιατί ξεκούμπωσε το παντελόνι του έβγαλε έξω τον πούτσο του κι άρχισε να χαϊδεύεται. Αλλά εγώ είχα ήδη αρχίσει να λαχανιάζω από την προσπάθεια που έκανα να μην φωνάξω. Την Αφέντρα μου, την θυμώνουν οι φωνές.
Στο μεταξύ η Κυρία είχε αρχίσει να ζεσταίνεται και έβγαλε το σακάκι Της και το πουκάμισο και έμεινε μόνο με την γκρι φούστα. Ήταν πραγματικά υπέροχη. Είχε πλούσιο λευκό στήθος και οι ρώγες της πετάγονταν σκούρες πάνω από το μικρό μαύρο σουτιέν της. Επικεντρώθηκα στο κόκκινο κραγιόν της. Πανέμορφα άλικα χείλια, πολύ φουσκωτά. Η Κυρία που με έδερνε με τόση επιδεξιότητα ήταν μία όμορφη γυναίκα. Ήθελα τόσο να πέσω μπροστά Της και να Της φιλήσω τα πόδια, να πάρω κάθε δαχτυλάκι στο στόμα μου, έτσι μαζί με το καλσόν, και να το πιπιλίσω.

Αλλά η Κυρία δεν ενδιαφερόταν για τις δικές μου επιθυμίες. Ξεκίνησε πολύ αργά και μεθοδικά να με κουρελιάζει. Ήμουν συνηθισμένος σε τέτοιου είδους μεταχείριση. Η Αφέντρα μου με έδερνε πάντα με όλη την δύναμη της ψυχής Της, σταματούσε μόνο όταν λιποθυμούσα κι αυτό απλώς για να με συνεφέρει και μετά να συνεχίσει να με δέρνει. Και η φίλη Της όμως φαινόταν να θέλει να με γονατίσει. Οι βουρδουλιές έρχονταν ανελέητες και πολύ σύντομα δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο και άρχισα να φωνάζω. Τότε έβγαλε το κιλοτάκι Της και μου το έχωσε στο στόμα. Το ένιωσα μουσκεμένο και κατάλαβα πως είχε ήδη χύσει. Εγώ, όμως, δεν μπορούσα πια να φωνάξω, ούτε να παρακαλέσω. Μόνο μούγκριζα. Κοίταζα με την άκρη του ματιού την Αφέντρα, παρακαλώντας να την κάνει να σταματήσει, αλλά δεν φαινόταν διατεθειμένη να σταματήσει το μαρτύριό μου.
Ύστερα από μισή ώρα ανελέητο μαστίγωμα, κι αφού είχα ήδη λιποθυμίσει δύο φορές, το δέρμα μου άνοιξε κι εγώ έκλαιγα με λυγμούς. Τότε, το μαστίγωμα σταμάτησε. Η Κυρία μου έλυσε τα χέρια και έβγαλε το κιλοτάκι Της από το πρόσωπό μου.
Τόσην ώρα, όμως είχα χάσει όχι μόνο την αίσθηση του χρόνου αλλά και του τι συνεβαινε γύρω μου. Γιατι στο μεταξύ ο Κύριος που είχε ερεθιστεί ήδη πολύ ειχε βάλει ήδη την Αφέντρα μου να του παίρνει πίπα. Σε λίγο σταμάτησε, έσπρωξε την Αφέντρα μου και φώναξε την άλλη Κυρία να πλησιάσει. Ο πούτσος του ήταν μεγάλος, σηκωμένος και έτοιμος. Η Κυρία κάθισε επάνω του και άρχισε να πηδιέται νωχελικά πάνω στο καβλί του.

Ενώ το γαμήσι είχε ξεκινήσει ο Αφέντης με κάλεσε: «Γλείψε μου τα πόδια δουλάκι», μου είπε. Σύρθηκα με κόπο, Του έβγαλα τα παπούτσια και τις κάλτσες και άρχισα να του γλείφω τα πόδια, ενώ εκείνος γαμούσε την όμορφη γυναίκα. Είχε απλά ανασηκώσει την φούστα της, ήταν γυμνή από κάτω, μόνο οι κάλτσες αγκάλιαζαν τους μηρούς της. Ο κώλος της ήταν θεσπέσιος και τουρλωνόταν ακριβώς μπροστά στα μούτρα μου. Έβλεπα πώς άνοιγε και έκλεινε η μαύρη τρύπα της σε κάθε σπρώξιμο του πούτσου. Η Κυρία έχυσε σύντομα σαν δαιμονισμένη. Τότε ο Κύριος έβγαλε τον πούτσο του, με έπιασε από τα μαλλιά και με έχυσε στο πρόσωπο. Του καθάρισα τα υπόλοιπα με την γλώσσα μου και μετά καθάρισα καλά και το μουνί της Κυρίας.

Όλη αυτή την ώρα η Αφέντρα μου καθόταν αραχτή σε μια γωνιά του καναπέ και χαμογελούσε. Το τσιγάρο, το ποτό και το θεαμα του δούλου Της που αιμορραγούσε και πρόσφερε τις υπηρεσίες του στους φιλους Της, τις είχαν φέρει μια ευχάριστη ζάλη. Παρ όλα αυτά, δεν με είχε ξεχάσει. «Και τώρα είναι ώρα να κατουρήσεις. Αλλά θα κατουρήσεις σαν αυτό που είσαι, σαν σκύλα». Με κλώτσησε στα πλευρά. Εγώ περπάτησα στα τέσσερα, απομακρύνθηκα λίγο και πλησίασα το μικρό πλαστικό τετράγωνο χαλί που υπήρχε στη μέση του σαλονιού. Σήκωσα το αριστερό μου πόδι, όπως κάνουν τα σκυλιά, κι άρχισα να κατουράω. Όταν τελείωσα η φωνή της ακούστηκε κοφτή. «Τώρα γλύψτα…». Ενώ ξεκινούσα να γλύφω τα ούρα μου από το πλαστικό χαλί κατάλαβα ότι Της άρεσε που με ταπείνωνε χωρίς λόγο μπροστά στους φίλους Της. Έτσι το ήπια όλο και δεν είπα τίποτα.

Κι ύστερα χωρίς να πει κανείς τίποτα, σαν να είχε δοθεί μια αόρατη εντολή, το ζευγάρι των φίλων της Αφέντρας μου σηκώθηκε. Η Αφέντρα με έβαλε να φιλήσω το χέρι της Κυρίας και τα πόδια του Αφέντη. Μου είπε ότι θα τους συνόδευε μέχρι την εξώπορτα και πως έπρεπε να τσακιστώ να την περιμένω γυμνός στο κρεβάτι, στα τέσσερα, με τα χέρια μου να κρατούν ανοιχτό τον κώλο μου. Και τότε κατάλαβα πώς θα τελείωνε η βραδιά.

Αποσυνδεδεμένος Giorgaros

  • *GF Pervert*
  • *****
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 3424
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 56
  • -Έλαβε: 63
Απ: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΑΦΕΝΤΡΑΣ (mini story)
« Απάντηση #1 στις: Ιανουαρίου 21, 2018, 04:07:17 μμ »
Μια χαρά σε πήγε !