Μια μικρή συνέχεια γιατί παιδιά σόρρυ θα πάω για ποτά το βράδυ και πρέπει να ετοιμαστώ
.....Συνέχεια...................
Αφού η ψηλή βλάχα έκοψε τα νύχια της στο γραφείο της επιχείρησης φόρεσε τα σαμπώ της, έβαλε τη λίμα και το νυχοκόπτη στην τσάντα της και σηκώθηκε από την πολυθρόνα. Περπατούσε σχεδόν επίτηδες καμαρωτή καμαρωτή, σχεδόν χτυπώντας τα πόδια της στο πάτωμα σα να έκανε παρέλαση και στάθηκε προστά στην Έλμα
-Ελέμα να σκουπίσεις και να σφουγγαρίσεις το γραφείο τώρα που θα κατεβώ κάτω, και να τελειώσεις και τα συρτάρια.
-Μα καθάρισα κυρία Ελένη. Εσείς μου λερώσατε.
-Αφού δεν καθαρίζεις καλά το ξέρω. Θα σε έβαζα να ξανακαθαρίσεις ακόμα και αν δεν έμπαινα καν στο γραφείο
-Καλά, καλά.
-Καλάμια... Δε σε πληρώνουμε τζάμπα. Θα το βγάλεις όπως πρέπει το μεροκάματο όχι με προχειροδουλειά.
Η κυρία Ελένη προχώρησε, βγήκε από την πόρτα και στάθηκε στο κεφαλόσκαλο του ορόφου. Ήταν σίγουρη ότι η Ελμα την κοίταζε. Έβγαλε το ένα σαμπώ και λύγισε το γόνατο της ώστε η πατούσα της να είναι ορατή σε όποιο τη κοιτούσε από πίσω. Σα να ήθελε να δείξει το πέλμα της στην Έλμα. Μετά σταύρωσε τα δάχτυλα του ποδιού της και το σήκωσε στον αέρα προς τα πίσω σαν να προσπαθούσε να τις κάνει ...νοήμα με το πόδι, σαν το fuck you που κάνουμε με το μεσαίο δάχτυλο στο χέρι.
Η Έλμα περίμενε να κατέβει και τη βλαστήμησε χαμηλόφωνα στα αλβανικά. Μετά συνέχισε το καθάρισμα του γραφείου. Τελευταία άφησε τα 2 κάτω συρτάρια. Μέσα της την έτρωγε η σκέψη και η θέληση για εκδίκηση
-«Είμαι εδώ σαν τη χαζή, κάθομαι και ανέχομαι να με προσβάλλει και να με ταλαιπωρεί η βλαχάρα. Έχω τα βρωμόνυχα της στα μαλλλιά μου ακόμα».
Κάποια στιγμή όπως τελείωνε τη δουλειά της στο γραφείο με τα συρτάρια, το μάτι της έπεσε σε ένα από τα χαρτιά που είχε βγάλει από το συρτάρι. Ήταν κάποιου είδους έγγραφο από τράπεζα. Το πρόσωπό της φωτίστηκε από χαρά
-Μπα μπα μπα!!! Χρωστάμε κύριε Μανώλη, χρωστάμε; είπε μόνη της