Ερωτικές ιστορίες / Η καθαρίστρια
« στις: Οκτωβρίου 05, 2013, 06:22:30 μμ ».........................................
Η Έλμα σφουγγάριζε το πάτωμα της γνωστής οικογενειακής βιοτεχνίας ενδυμάτων που δούλευε τα τελευταία 3 χρόνια. Έβαζε όλη της δύναμη να τρίψει το πάτωμα και στραγγίσει τη σφουγγαρίστρα στον κουβά, όχι επειδή ήταν ευσυνείδητη υπάλληλος αλλά για να διοχετεύσει το μίσος της. Τους μισούσε όλους, τον κοντό κύριο Μανώλη που νόμιζε ότι επειδή είχε βγάλει 5 φράγκα είχε γίνει Ωνάσης, την ψωνισμένη γεμάτη κόμπλεξ κόρη του, τη Σταματία, τον εμετικό χαζοβιόλη γιο του, Κωστάκη, που της την έπεφτε και τη χούφτωνε, τους 25 εργαζομένους της βιοτεχνίας που την έβλεπαν με υποτίμηση μα πάνω από όλα τη γυναίκα του αφεντικού την κυρία Ελένη. Αυτή ήταν σκέτη μέγαιρα. Τόσο που ώρες ώρες η Έλμα σκεφτόταν ότι το έκανε επίτηδες. Τους μισούσε όλους και αυτό την έκανε να μισεί τα πάντα. Την ψωροδουλειά που βρήκε, τις πενταροδεκάρες που την πλήρωναν ακόμα και την άψυχη σφουγγαρίστρα που κράταγε στο χέρι της
Από το παράθυρο του διαδρόμου που σφουγγάριζε η Έλμα είδε να παρκάρει το πολυτελές SUV, που ο κοντός μικρο-κομπιναδόρος κύριος Μανώλης είχε αγοράσει και χρεώσει στην εταιρία ως δήθεν επαγγελματικό. Από μέσα βγήκε η κύρια Ελένη. «Όχι ρε γαμώτο πάλι θα με πετύχει η ρουφιάνα» σκέφτηκε. Η Ελένη φορούσε ένα ζευγάρι καφέ σαμπώ, ένα τζιν και ένα άσπρο πουκάμισο. Το καθένα τους ήταν γουστόζικο και ακριβό αλλά η μαντάμ είχε ΤΟΣΟ κακό γούστο που τα είχε συνδυάσει με το χειρότερο τρόπο. Τουλάχιστον ήταν αρκετά ψηλότερη από τον κοντό σύζυγο της οπότε δε χρειάστηκε να κάνει αλματάκι για να βγει έξω από το όχημα. Ο λόγος που είχε έρθει ήταν για να «επιτηρήσει» την απογευματινή βάρδυα της βιοτεχνίας. Τρομάρα της. Δεν ήξερε να ξεχωρίζει το μπροστά από το πίσω στο παντελόνι αλλά ήθελε να έχει και λόγο στην παραγωγή.
Δεν πέρασαν 5 λεπτά από τότε που η Έλμα την είδε να βγαίνει από το αμάξι και άκουσε τη φωνή της.
-Ελέμαααα, έλα στο γραφείοοοο
«Ελέμα». Τόσο δύσκολο της ήταν να μάθει το όνομα της εδώ και 8 μήνες. Επίτηδες το έκανε σίγουρα. Ένας από τους λόγους που η Ελένη βασάνιζε την Έλμα ήταν η αλβανική καταγωγή της. Και ο πιο εύκολος τρόπος για να την ταπεινώσει και να την προσβάλλει ήταν να της αλλάζει το μικρό της όνομα. Πέταξε τη σφουγγαρίστρα μέσα στον κουβά και ανέβηκε τις σκάλες προς το γραφείο. Βρήκε την κυρία Ελένη όρθια στο κέντρο του δωματίου με τα χέρια στη μέση να κουνάει νευρικά το πόδι της.
-Ελέμα, ξεσκόνισε το γραφείο για να κάτσω. Το έχεις αφήσει σε απαράδεκτη κατάσταση. Και το γραφείο και την πολυθρόνα. Πάρε ξεσκονόπανο και ξεκίνα
Αφού η Έλμα ξεσκόνισε η κυρία ελένη θρονιάστηκε στην πολυθρόνα, έβγαλε τα σαμπώ της και ανέβασε τα πόδια της πάνω στο γραφείο, για να λερώσει αμέσως ακριβώς εκεί που μόλις κάθαρισε η Έλμα. Άρχισε να ψάχνει στην τσάντα της και έβγαλε μια λίμα.
-Μη φεύγεις ακόμα, τακτοποίησε τους φακέλους εδώ που τους έχουν αφήσει εντελώς χύμα
Η Έλενη λιμάριζε τα νύχια της και έδινε εντολές, δείχνοντας με τη λίμα σε ποιο ντουλάπι να παει ποιος φάκελος. Όταν τελείωσε και με αυτά της έδειξε με το πόδι τα συρτάρια του γραφείου.
-Βγάζε τα πράγματα από μέσα προσεκτικά και ξεσκόνιζε το κάθε συρτάρι. Από τότε που σε προσλάβαμε έχεις να τα καθαρίσεις τεμπέλα.
Η Έλμα αμίλητη έσκυψε μπροστά στην αφεντικίνα της η οποία εξακολουθούσε να έχει τα γυμνά της πόδια πάνω στο γραφείο και να ξεσκονίζει τα συρτάρια με το μίσος να βράζει μέσα της ώσπου πάνω της άκουσε απανωτά «κλικ», το χαρακτηριστικό ενοχλητικό ήχο που κάνει ένας νυχοκόπτης. Η θρασύτατη βλάχα αφεντικίνα της έκοβε τα νύχια των ποδιών της ακριβώς πάνω από το κεφάλι της. Αμέσως πετάχτηκε πάνω και αντίκρυσε το ειρωνικό ύφος της Ελένης η οποία με σαδισμό της είπε δήθεν αθώα
-Αχ συγγνώμη ξέχασα ότι ήσουν κάτω μου (το «κάτω μου» το είπε με ένα ιδιαίτερο τόνο). Ελπίζω τα νύχια μου να μην έπεσαν πάνω στα μαλλιά σου αλλά στο πάτωμα. Ε και να ξέφυγε κανένα δεν πειράζει, εσείς από την Αλβανία δεν είστε του κομμωτηρίου όπως εμείς!!! Θα λουστείς να φύγει.
Η Έλμα είχε γίνει κόκκινη. Σκεφτόταν να της ορμήσει βρίζοντας αλλά συγκρατούνταν. Όχι μόνο η Ελένη μπορούσε να τη στείλει απευθείας στην Αστυνομία ή να φωνάξει και να σκάσουν μύτη κανά 2 εργάτες της βιοτεχνία να την πλακώσουν αλλά και η ίδια ήταν αρκετά μεγαλόσωμη. Παρόλο που είχαν το ίδιο ύψος η Ελένη ήταν αισθητά βαρύτερη και δυνατότερη (μάλλον επειδή μέχρι την ενηλικίωση της ζούσε σε χωριό) και η Έλμα φοβόταν ότι μπορεί να καταλήξει να φάει κλωτσιές από τα βρωμερά πόδια της Ελένης
-Μα καλά είναι δυνατόν κυρία Ελένη; Άνθρωπος είμαι όχι σκουπιδοτενεκές. Δεν ντρέπεστε λίγο
Η Ελένη συνέχισε στον ίδιο ειρωνικό, σαδιστικό δήθεν αθώο τόνο.
-Σου είπα συγγνώμη βρε Ελέμα μου. Ξέρεις πόσα πράγματα τρέχουν στο μυαλό μου. Δεν είμαι καθαρίστρια εγώ έχω επιχείρηση. Άκου, για να μη σε ταλαιπωρώ. Πάρε ένα σφουγγαράκι και τρίψε την πόρτα γιατί έχει σκόνες όσο εγώ τελειώνω το άλλο μου πόδι. Μετά θα κατεβώ στην παραγωγή κάτω να δω τι κάνουν οι χαραμοφάηδες και θα σε αφήσω στην ησυχία σου να τελειώσεις.
Η Έλμα πήγε να καθαρίσει την πόρτα ενώ η Ελένη της έριχνε κλεφτές ματιές χαμογελώντας θριαμβευτικά και κουνώντας τα δάχτυλα των ποδιών της
.....Συνέχεια...................