44ο μέρος
Η Αφροδίτη άνοιξε την ντουλάπα. Όλα της τα ρούχα ήταν εκεί που τα είχε αφήσει από την τελευταία φορά που είχε βρεθεί στο διαμέρισμα της Βούλας. Φόρεσε ένα κολλητό τζιν, ένα μαύρο πουλόβερ ζιβάγκο και φυσικά ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνες μαύρες μπότες. Πήρε στα χέρια της και μία γούνα, από τις πολλές που τις είχε κάνει δώρο ο Βίκτωρας και κατέβηκε στο καθιστικό. Ο Βίκτωρας την περίμενε γονατιστός μπροστά από τον καναπέ. «Σήκω», του είπε. «Λίγδωσε το αντεράκι μου. Πάμε να τσιμπήσουμε κάτι επιτέλους και επειδή είναι περασμένη η ώρα θα πάμε για μεσημεριανό και όχι για πρωινό. Άλλωστε έτσι τα κατάφερες».
Επιβιβάστηκαν στην κόκκινη Ferrari του Βίκτωρα και κατευθύνθηκαν προς την Βουλιαγμένη. Έφτασαν σε ένα ακριβό ξενοδοχείο της περιοχής (διαφήμιση δεν κάνουμε) και πήγαν κατευθείαν στο εστιατόριο. Το ξενοδοχείο που ήταν πολυτελείας ήταν σχεδόν γεμάτο αλλά ήταν τυχεροί και βρήκαν τραπέζι για να καθίσουνε. Μετά από λίγο έφτασε και ο σερβιτόρος με τους τιμοκαταλόγους. «Δεν θα χρειαστούμε καταλόγους», του είπε η Αφροδίτη και παρήγγειλε. Το ίδιο έκανε και ο Βίκτωρας.
Μετά από λίγο έφτασε και το φαγητό. Ο σερβιτόρος, όπως επιτάσσουν οι τρόποι καλής συμπεριφοράς, σέρβιρε πρώτα την Αφροδίτη και στη συνέχεια τον Βίκτωρα. «Φέρτε μας και ένα μπουκάλι κρασί», είπε η Αφροδίτη και το γκαρσόνι εξαφανίστηκε. Η ΑΦΕΝΤΡΑ άρχισε να τρώει και μόλις ο Βίκτωρας έκανε κίνηση να πάρει το πιρούνι τον αγριοκοίταξε. «Τι κάνεις;» του είπε. «Δεν νομίζω να μου ζήτησες άδεια για να φας;». «
«ΑΦΕΝΤΡΑ μου, μου επιτρέπεται να φάω;», είπε ο Βίκτωρας. «Ούτε να το σκέφτεσαι», του απάντησε με αυστηρό ύφος η Αφροδίτη. «Μετά τα όσα λάθη έκανες έχεις και την εντύπωση ότι θα φας; Ο μόνος λόγος για τον οποίο είσαι εδώ μαζί μου είναι για να πληρώσεις τον λογαριασμό», του είπε και συνέχισε το φαγητό της.
Ο Βίκτωρας έμεινε να την κοιτάζει την ίδια στιγμή που έφτασε και ο σερβιτόρος με το κρασί. Σέρβιρε την Αφροδίτη η οποία δοκίμασε και του έκανε νόημα να φύγει. Στη συνέχεια προσπάθησε να σερβίρει και τον Βίκτωρα. «Καλά δεν καταλαβαίνεις; Σου είπα να φύγεις. Ο κύριος δεν θα πιει σήμερα. Οδηγεί», του είπε η Αφροδίτη και ο σερβιτόρος έφυγε. Αφού τελείωσε το φαγητό της η ΑΦΕΝΤΡΑ είπε στον ΣΚΛΑΒΟ της να πληρώσει τον λογαριασμό. «Πάω στην τουαλέτα. Πλήρωσε και μην διανοηθείς να φας τίποτα γιατί αλλοίμονο σου», του είπε και έφυγε. Ο Βίκτωρας πεινούσε σαν τρελός αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Πλήρωσε και περίμενε την Αφροδίτη για να φύγουν.
…συνεχίζεται.