Ξέχασες το κωδικό; Κάνε εγγραφή!



Αποστολέας Θέμα: Αληθινή ιστορία στην Κρήτη!  (Αναγνώστηκε 3384 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αποσυνδεδεμένος TakisG

  • Ο παλιός είναι αλλιώς
  • ***
  • Φύλο: Άντρας
  • Μηνύματα: 120
    • Προφίλ
  • Χυσίματα
  • -Έριξε: 0
  • -Έλαβε: 5
Αληθινή ιστορία στην Κρήτη!
« στις: Ιουνίου 10, 2009, 11:34:23 πμ »
Αυτή είναι η πρώτη μου ιστορία εδώ και συναίβει πριν χρόνια, θα 'μουν πιτσιρικάς 11 χρονών αν θυμάμαι καλά. Παρά το νεαρό της ηλικίας μου πάντως, το μάτι μου έπαιζε ώστε να μη χάνω ούτε οξεία από... "ευχάριστα γεγονότα"!

Ήταν καλοκαίρι και είχαμε πάει οικογενειακός στην Κρήτη. Αν και είχαμε κάποιους γνωστούς στο νησί προτιμήσαμε να μην τους αναστατώσουμε και έτσι μείναμε σε ένα ξενοδοχείο. Το καλό με το συγκεκριμένο ξενοδοχείο ήταν ότι βρισκόταν σε ένα μικρό δρομάκι, αρκετά μακρύ που από τη μια κατέληγε στη θάλασσα και από την άλλη στον κεντρικό δρόμο. Τοποθετημένο καθώς ήταν στο κέντρο των δύο μπορούσε κανείς να απολαύσει την ησυχία και αμα ήθελε να πάει ή για μπάνιο ή για ψώνια ακολουθώντας μόνο ένα δρόμο.
Καθώς δεν ήταν και πολύ κατοικιμένος αυτός ο δρόμος, η μόνη ώρα που έσπαγε λίγο η ησυχία ήταν το πρωί που οι πολλοί πηγαίναν στη θάλασσα ερχόμενοι από τον κεντρικό. Αν και πάλι οι περισσότροι επέλεγαν άλλους δρόμους προς την παραλία γιατί πηγαίναν με αμάξι και το 4Χ4 δε χωρούσε από εκείνο το δρομάκι (Και αν δεν έχεις 4Χ4 στις μέρες μας δεν είσαι άνθρωπος!) :lol:
Έτσι λοιπόν και λόγω της ησυχίας είχαν βρει καταφύγιο στο διπλανό οικόπεδο δυο-τρεις οικογένειες γατάκια. Κάθε μέρα καθώμουν ώρα μαζί τους. Ήταν εξοικιομένα με ανθρώπους και δε με φοβόντουσαν. Είχα βρει και εγώ την ησυχία μου μαζί τους. Μόνο κάτι τουρίστες περνούσαν, μου μιλάγαν, αλλά δεν ήξερα να απαντήσω καθώς εκείνη την εποχή τα αγγλικά μου ήταν των γλουτιαίων περιοχών!
Μια μέρα καθώμουν με ένα γατάκι στην άκρη του δρόμου. Εγώ το χάιδευα και εκείνο καθώταν στην αγκαλιά μου και γουργούριζε. Τότε είδα στο βάθος του δρόμου, να στρίβουν από τον κεντρικό δύο κοπελιές που θα 'ταν γύρω στα 20 και σίγουρα ξένες (λογικά Ολλανδέζες όπως οι περισσότεροι ξένοι σ' εκείνη την περιοχή). Απ' όσο μπορούσα να δω φορούσαν και οι δύο μακό μπλουζάκια, παρεό και παντοφλάκια σε ροζ χρώμα με διαφανή πιασήματα. Συμπέρανα πως πηγαίναν προς την παραλία δίχως αμφισβήτηση. Κανονικά οι μεγαλύτερες δε με τράβαγαν ποτέ, όμως αυτές οι δύο μου φάνηκε πως είχαν κάτι το τρομερά ελκυστικό! Έτσι έμεινα να τις κοιτάω καθώς πλησίαζαν όλο και περισσότερο.
Μόλις η απόσταση μειώθηκε στα 50 μέτρα περίπου (Ευτυχώς έχω καλό μάτι) και αφού είχα ευχηθεί να μη μου μιλήσουν κι αυτές σαν τους άλλους και ακούσουν κανένα ελληνικό μπινελίκι, κάτι άρχισε να μη μου πηγαίνει καλά. Παρακολουθώντας τα πόδια τους (τί άλλο;) )παρατήρισα ότι οι παντόφλες τους πολύ λύγιζαν, αφύσικα θα έλεγα, καθώς περπατούσαν. Και, αν και κάτι είχα ψιλιαστεί δεν ήθελα να το πιστέψω. "έρχονται από τον κεντρικό" σκευτικά και άγγιξα το δρόμο "άσε που καίει η άσφαλτος, αποκλείεται, δεν θα άντεχαν". Όμως, όσο αδύνατο και αν μου φαινόταν, όσο πλησίαζαν τα παντοφλάκια που αρχικά είχα δει έπαψαν να έχουν διαφανή πιασήματα πάνω στα πόδια τους και φυσικά δεν ήταν ροζ, μόνο το χρώμα του δέρματος υπήρχε γύρω από τα πόδια τους. Τώρα πια δε χρειαζόταν να έρθουν κοντίτερα για να σβήσουν όλα τα ερωτήματα που μου είχα προξενήσει όταν τις προτοείδα.
Οι δύο πανέμορφες πια στα μάτια μου τουρίστριες περπατούσαν ξυπόλυτες στο στενό δρομάκι! Και νωρίτερα στον κεντρικό όπου ποιός ξέρει πόσα έκθαμπα μάτια θαύμασαν αυτά τα υπέροχα πόδια! Και όσο πλησίαζαν τόσο πιο πολύ θαύμαζα την ομορφιά τους. Ήταν τα πιο τέλεια γυναικεία πόδια που είχα δει ποτέ!
Πλέον άλλες σκέψεις κατήχαν το μυαλό μου: "Άραγε τις καίει η άσφαλτος; πώς να νιώθουν;", "Μήπως χάλασαν οι παντόφλες τους και αναγκαστηκά περπατούν ξυπόλυτες (αλλά και οι δύο; τί συμπτωση) ή μήπως δεν έχουν κάνει καν τον κόπο να πάρουν παντόφλες;" , "το ξέρουν ότι έχουν ωραία πόδια γι' αυτό τα αφήσαν γυμνά και πόσο καιρό να σχεδίαζαν να τραβίξουν τα βλέματα πάνω τους κατ' αυτό τον τρόπο;".
Σε περίπτωση που σας έχουν δημιουργηθεί τα ίδια ερωτήματα, εγώ παρατηρώντας τες και με βάση την εμπειρία μου μπόρεσα να απαντήσω μερικά. Δηλαδή, Έχω παρατηρίσει πως όταν μιας κοπέλας χαλάσουν οι παντόφλες της ή υπάρξει η ανάγκη να τις βγάλει σε εξωτερικό χώρο ( το γνωστό υπέροχο θέαμα να περπατάει μία ξυπόλυτη με τις παντόφλες στο χέρι), τότε ελέγχει συνέχεια τα πόδια της κοιτάζοντας τα και περπατάει γρήγορα πιστεύοντας πως τα πόδια της δεν είναι σε κατάσταση για να παρουσιάζονται στον κόσμο έτσι. Αντίθετα αυτές οι δύο δεν έριξαν ούτε ματιά στα πόδια τους και όταν είδαν πως με είχαν συναιπάρει αρχίσαν να περπατάνε πιο σιγά, πατώντας όλη την πατούσα κάτω, σηκώνοντας μετά με χάρη το πόδι τους από το έδαφος για να επαναλάβουν τη διαδικασία (τόσο μικρή αλλά με τόση δύναμη!). Και όσο για το αν καίγονταν; Σίγουρα! Αλλά μάλλον κάποιος τους είχε σφυρίξει το "Μπρός στα κάλη τί 'ν' ο πόνος;"!
Και τότε σταμάτησαν μπροστά μου και γύρισαν προς εμένα! Το κατάλαβα βλέποντας τα υπέροχα δαχτυλάκια τους στραμμένα προς το μέρος μου. Τότε τις κοιταξα για πρώτη φορά στα μάτια. Πλησίασαν για να χαϊδέψουν το γατάκι! Φοβερό πράγμα η φιλοζωία και πολύ αποδοτηκό τελικά!
Με ρώτησαν αν ήταν δικό μου και το όνομά μου και τέτοια (Τα δικά τους δυστυχώς με τον καιρό τα ξέχασα, προδίδαν πάντως Ολλανδία ή κάτι τέτοιο!). Και το παράξενο ήταν ότι συναινοήθηκα στα αγγλικά χωρίς κανένα πρόβλημα! Και το καλύτερο ήταν ότι όπως ήμουν καθιστός βρισκόμουν φάτσα φόρα με τα πόδια τους όποτε έκανα να κοιτάξω κάτω.
Μετά από λίγο με χαιρέτησαν και με μια επιδεικτική κίνηση κατά την οποία είδα και τα υπέροχα πέλματά τους απομακρύνθηκαν! Προς ευχαρίστησή μου οι πατούσες τους δεν είχαν λερωθεί πολύ παρόλο που περπατούσαν ώρα ξυπόλυτες. Τις κοίταζα μέχρι που έστριψαν για να κατεβούν στην παραλία.

Φυσικά δεν το κούνησα ούτε για φαγητό από τη θέση μου καθώς ήξερα ότι στο γυρισμό το μεσημέρι θα περνούσαν πάλι από 'κει. Μετά από αρκετή ώρα τις είδα να ανεβαίνουν από την παραλία. Αυτή τη φορά όμως κάτι γκρίζο υπήρχε στα πόδια τους! Κόντεψαν να την πληρώσουν τα καημένα τα γατάκια απ' τα νεύρα μου που περίμενα ώρες για να τις δω με παντόφλες αυτή τη φορά.
Εκείνες έστυψαν τα μαλλιά τους και αρχίσαν να χαϊδεύουν τα πόδια τους. Δε μου πήρε ώρα να καταλάβω πως έτσι τα σκούπιζαν απ' την άμμο. Ευτυχώς ήταν ακόμα ξυπόλυτες! Και περπάτησαν ξυπόλητες όλο το δρόμο, χωρίς να σταματήσουν αυτή τη φορά, μέχρι που βγήκαν στον κεντρικό και τις έχασα.
Από τότε δεν ξαναπέρασαν, ή τουλάχιστον εγώ δεν τις είδα, όσο καιρό ήμουν εκεί. Ίσως τα βράδια που κατεβαίναμε για βόλτες να τις πέτυχα πουθενά αλλά δεν τις αναγνώρισα. Ίσως να μην τραβούσαν και τόσο την προσοχή όσο είχα πιστέψει εκείνη την ημέρα. Και έφταιγε το γεγονός ότι στις βόλτες σίγουρα φορούσαν παπούτσια. Με αυτή την τόσο μικρή αλλά τόσο σημαντική κίνηση, όπως λέει και η διαφίμηση, κρύψαν μέσα τους τις ξυπόλυτες θεές που είχα γνωρίσει!