ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Της Ας της άρεσε να ξυπνάει πολύ πριν το ξημέρωμα και να ξεκινάει όλο το τελετουργικό που αποσκοπούσε στη μακροημέρευσή της –εκτός από τις φορές που κάποιες από τις απολαύσεις της την είχαν κρατήσει ξύπνια όλο το βράδυ.
Δεν υπήρχε τίποτα πιο ευχάριστο από το να χουζουρεύει στο κρεβάτι με την αίσθηση της γλώσσας του υπηρέτη στις πατούσες της. Είχε το συναίσθημα φρονεί πως της άξιζε μια ωρίτσα παραπάνω ξάπλα, χωμένη κάτω από τα σκεπάσματα πανευτυχής. Η όλη διαδικασία τιμωρίας του υπηρέτη, την είχε κρατήσει ξύπνια μέχρι αργά, όπως είχε συμβεί και αρκετές άλλες φορές, όμως και πάλι θα έμενε στο κρεβάτι λίγο παραπάνω αν δεν ένιωθε τέτοια ζωντάνια κι ευφορία από το γεγονός πως του είχε δώσει ένα καλό μάθημα για τους τρόπους του.
Είχε κοιμηθεί μετά το μπάνιο βαθιά, όμως μόνο για λίγες ώρες, παραδομένη στις αγκαλιές γεμάτων από γλυκιά ένταση ονείρων, και τώρα πετάχτηκε από το κρεβάτι φρέσκια-φρέσκια κι ορεξάτη για τη μέρα που την περίμενε.
Μια σειρά από όργανα γυμναστικής καταλάμβαναν το γυμναστήριο της έπαυλης. Μια κλωτσιά στα χείλη του υπηρέτη, του έδωσαν να καταλάβει πως η περιποίηση στις πατούσες έπρεπε να σταματήσει. Μισή ώρα μετά και ντυμένη με ένα φανελάκι και ένα σορτς ακολούθησε μια διαδικασία άρσης βαρών με διάφορα όργανα που έκαναν ξεχωριστά τμήματα των μυών της την κάθε φορά να καίνε και να πονούν ευχάριστα από την προσπάθεια. Ύστερα ιδροκοπούσε σαν το άλογο πάνω σε ένα μηχάνημα που ήταν για την άσκηση όλου του σώματος, κι άλλο ένα που ήταν για εξάσκηση στο σκι.
Το πρωινό μπανάκι κρατούσε πάντα λίγο παραπάνω. Ο υπηρέτης τη σαπούνιζε με δύο σαπούνια: πρώτα με ένα απολέπισης του δέρματος με τη βοήθεια ειδικού σφουγγαριού, κι ύστερα μ’ ένα δεύτερο, ενυδατικό που έτριβε το κορμί της με ένα κομμάτι μαλακό πανί. Θέλοντας να πετύχει το βέλτιστο δυνατό λούσιμο, χρησιμοποιούσε δύο διαφορετικά συστατικά και τέλος μαλακτικό το οποίο ξέπλενε μετά παρέλευση τριάντα δευτερολέπτων.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να ψηλώνει όταν με τα πολλά ο υπηρέτης ξεκίνησε να αλείφει το κορμί της με λοσιόν, από το λαιμό ως κάτω τα πόδια της. Και δεν άφηνε ακάλυπτο ούτε πόντο από το καλοδιατηρημένο κορμί της. Η συγκεκριμένη λοσιόν δεν ήταν απλώς ενυδατική, αλλά επίσης και ένα αναζωογονητικό μαλακτικό, πλούσιο σε αντιοξειδωτικές βιταμίνες. Μια φορά ο υπηρέτης ξέχασε τις πατούσες της και της ανέφερε πως είχε τελειώσει. Όσο διήρκησε η τιμωρία στη σφαιρική συσκευή, γι’ αυτό το λάθος, του εξηγούσε με ήρεμο τρόπο πως αν κανείς άφηνε τις πατούσες αφρόντιστες, θα ήταν σαν μια αθάνατη να βάδιζε με πέλματα πεθαμένου, κάτι που η σκέψη του και μόνο έκανε την Α να ανατριχιάζει.
Τώρα καθόταν και περιποιόταν τις πατούσες της, ίσως λιγάκι παραπάνω απ’ ότι χρειαζόταν. Οι αναμνήσεις της τιμωρίας ήταν νωπές.
«Πως κοιμάσαι;» ρώτησε η Α. «Βλέπεις όνειρά;»
«Όχι συχνά κυρία. Μερικές φορές βλέπω εφιάλτες, κυρίως μετά από τις τιμωρίες. Όμως μετά δεν μπορώ να θυμηθώ τις λεπτομέρειες».
Όμως ο υπηρέτης θυμόταν.
Αρκετή ώρα μετά την τιμωρία πάνω στο σφαιρικό μηχανισμό που η κυρία του ονόμαζε ο πάγκος του Προκρούστη, ο υπηρέτης ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα στο πάτωμα στα πόδια του κρεβατιού της κυρίας, ξύπνιος –γιατί σπάνια κοιμάται- αντικρίζοντας το ταβάνι. Στο στήθος του ακουμπισμένες οι παντόφλες της. Όταν ξυπνήσει και θελήσει να κατέβει από το κρεβάτι, δεν πρέπει να πατήσει ξυπόλητη στο πάτωμα. Όσο περνάει η ώρα βυθίζεται σε μια κατάσταση αδράνειας, πράγμα που πετυχαίνει εστιάζοντας στο ταβάνι σε ένα σημείο, αποδιώχνοντας το χάος από το μυαλό του. Ο ίδιος γνωρίζει πως η τιμωρία είναι για το καλό του και χαίρεται που η κυρία καταδέχεται να ασχοληθεί με εκείνον μέχρι να σωφρονιστεί. Ξέρει όμως ακόμα καλύτερα πως δεν θα αντέξει πολλές ακόμα συνεδρίες τέτοιου είδους. Νωρίτερα έφτασε να πιστέψει πως ή θα πάθαινε καρδιακή προσβολή, ή θα πέρναγε σταδιακά σε μια κατάσταση ολοκληρωτικής ψύχωσης.
Στις πιο σκοτεινές του στιγμές ο υπηρέτης αναρωτιέται κατά πόσο ο πάγκος του Προκρούστη αποτελεί εργαλείο σωφρονισμού, όπως επανειλημμένα το έχει χαρακτηρίσει η κυρία, ή απλώς ένα εργαλείο βασανισμού.
Θεωρεί πως ο προορισμός του στη γη, είναι η απόλυτη και τυφλή υποταγή στην κυρία του. Στα ΄΄όνειρά του φαντάζεται τον εαυτό του να είναι βλάσφημος και να θεωρεί την θεά του την Α άκαρδη και σκληρή κι όχι φιλεύσπλαχνη και στοργική και πω όλα όσα κάνει σε κείνον και στους υπόλοιπους σκλάβους πως είναι έργα παραφροσύνης. Και τότε ξυπνάει κάθιδρος με την καρδιά του να χτυπάει σαν τρελή, απλώνει τα χέρια του στο κορμί του, χαϊδεύει τις ουλές από τα μαστίγια και τις μετράει όπως ο πιστός μετράει τους κόμπους στο κομποσκοίνι λέγοντας μέσα του προσευχές. Και τότε μόνο έρχεται η γαλήνη.
Ο υπηρέτης σταμάτησε να μαλάζει τα πόδια της. Σήκωσε τα μάτια του και αντίκρισε τα δικά της.
«Μπορώ να σας πω κάτι;» ρώτησε.
«Ναι, μπορείς».
«Νιώθω ντροπή κυρία! Ντροπή επειδή σας απογοητεύω. Ντροπή που δεν σας ικανοποιώ».
Η Α γέλασε.
«Το ξέρω υπηρέτη μου!» σάρκασε. «Δεν θα έπρεπε να σε ανησυχεί αυτό. Αντίθετα θα έπρεπε να χαίρεσαι. Μόνο εσύ έχεις αυτό το προνόμιο, μόνο σε σένα επέτρεψα να σου αφήσουν αυτό το προνόμιο στο σχολείο αναμόρφωσης. Και ξέρεις γιατί;»
Ο υπηρέτης κούνησε το κεφάλι αρνητικά και η Α έσκυψε προς το μέρος του.
«Επειδή όταν σε βλέπω ντροπαλό, μου ανεβαίνει η λίμπιντο. Η ντροπή δεν είναι αρετή. Είναι αδυναμία. Και ένας σκλάβος είναι γεμάτος αδυναμίες. Επιθυμώ και απαιτώ από σένα αυτό το συναίσθημα. Η ντροπή δεν είναι ένα συναίσθημα που θα ήθελα με κάποιο τρόπο να καταφέρεις να ξεπεράσεις».
Ο υπηρέτης έσκυψε το κεφάλι του προσπαθώντας να αποφύγει το βλέμμα της Ας.
«Μάλιστα, κυρία. Βεβαίως. Αυτό που ήθελα να πω… είναι πως αισθάνομαι λύπη που με τις ενέργειές μου δεν ανταποκρίνομαι στις προσδοκίες σας».
Η Α είχε αρχίσει να εκνευρίζετε.
«Ξέρω πως θα ανταποκριθείς στις προσδοκίες μου».
«Μάλιστα κυρία».
«Πες μου σκλάβε, είναι στιγμές που αισθάνεσαι καταραμένος;»
«Όχι, κυρία» αποκρίθηκε ο υπηρέτης. «Ούτε κόλαση υπάρχει, ούτε παράδεισος. Τούτη που ζω είναι μια και μοναδική ζωή».
«Όπως το είπες. Το μυαλό σου μετά την αναμόρφωση είναι τόσο καλοφτιαγμένο που δεν χρειάζεται να ασχολείσαι με τέτοιου είδους προλήψεις. Οι προλήψεις αποτελούν μια αδιάσειστη απόδειξη της αδυναμίας του μυαλού. Η ανοχή μου σε ότι αφορά τις προλήψεις είναι μηδενική. Όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Εμείς εδώ ανήκουμε σε μια Νέα Ράτσα. Όσοι από τα πλάσματα της Νέας Ράτσας παρουσιάζουν τέτοιου είδους αδυναμίες θα εξοντώνονται. Ακόμα και η πιο αθώα φαινομενικά πρόληψη, όπως για παράδειγμα η Τρίτη και 13, μπορεί να ανοίξει ένα παράθυρο στο μυαλό και να οδηγήσει σε μια ευρύτερη θεώρηση των υπερφυσικών και μεταφυσικών ζητημάτων. Η υπέρτατη αξία είναι η λογική. Γυρνάμε την πλάτη σε συναισθήματα και προλήψεις. Η αγάπη ας πούμε είναι πρόληψη. Η απόλυτη πνευματική διαύγεια αποτελεί την ύψιστη απόλαυση, κατά πολύ μεγαλύτερη από οποιοδήποτε συναίσθημα».
Η Α τράβηξε το πόδι της και σηκώθηκε όρθια επιβλητική μπροστά του.
Είδε μπροστά της την επανάσταση… κάποτε θα ξημέρωνε η μέρα που η Α θα έδινε το γενικό πρόσταγμα, και τα μέλη της Νέας Ράτσας που ζούσαν κρυφά ανάμεσα στους ανθρώπους της Παλιάς σε όλη την Ελλάδα και σε λίγο και σε όλο τον κόσμο, θα εφορμούσαν ενάντια στην ανθρωπότητα και θα την κυρίευαν στο πλαίσιο μιας μαζικής επίθεσης τόσο τρομακτικής, που όμοιά της δεν θα είχε γνωρίσει ο κόσμος. Ο απώτερος στόχος της επανάστασης της Ας ήταν να ολοκληρώσει το έργο του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας και να δημιουργήσει παγκόσμια μια φυλή υλιστών. Θα προέτρεπε της γυναίκες να καλλιεργούν μια έντονη κλίση προς τις υλικές απολαύσεις, κάτι που με τη σειρά του θα δημιουργούσε ένα είδος ανοσίας στα συναισθήματα. Όχι πως και κάποια συναισθήματα δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή απολαύσεων, ωστόσο κρίνονταν λίαν αντεπαναστατικά.
Άλλος κόσμος απ’ αυτόν δεν υπάρχει. Η σάρκα είναι όλη χορτάρι και μαραίνεται και του μυαλού τα χωράφια καίγονται και γίνονται στάχτη στο λίβα του θανάτου και ποτέ ξανά δεν πρασινίζουν. Αυτή η πεποίθηση αποτελεί το ευαγγέλιο του υλισμού. Κι όλοι οι άνθρωποι της Νέας Ράτσας, είτε είναι αφέντρες είτε σκλάβοι, είναι στρατιώτες στον στρατό των ταγμένων να κατακτήσουν τη γη επιβάλλοντας αυτή τη θεωρία από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη.
Το σεξ για παράδειγμα ήταν μια από τις εγκεκριμένες απολαύσεις. Ατόφιο κτηνώδες σεξ, απαλλαγμένο από κάθε ίχνος στοργής, ή αγάπης. Οι γυναίκες ήταν τα ανώτερα όντα και είχαν κάθε δικαίωμα να ασελγούν με οποιονδήποτε τρόπο πάνω στα αρσενικά. Η Νέα Ράτσα αποτελούνταν από γυναίκες που επιζητούν τη βία στο σεξ, τη δίχως έλεος ταπείνωση και τον εξευτελισμό του ερωτικού τους συντρόφου, ο οποίος θα είναι σκλάβος, ή σε ορισμένες περιπτώσεις –αποδεκτές κατά κανόνα- σκλάβες. Το αίσθημα ενοχής που συνήθως προκαλεί στους άλλους η τέλεση τέτοιου είδους πράξεων, έχει ξεπεραστεί και αποβληθεί από τις γυναίκες της Νέας Ράτσας. Η ταπείνωση του άλλου και ο εξευτελισμός είναι αφροδισιακό –η ωμή άσκηση της όποιας εξουσίας- τους χαρίζει μεγάλη συγκίνηση. Θα υπήρχαν βέβαια και γυναίκες που τα μυαλά τους θα ήταν προσκολλημένα στις αρχές και τα ήθη της παλιάς ράτσας. Οπότε δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι παραπάνω από ζώα, ανώτερα βέβαια κατά μια έννοια από τους άντρες, αλλά στην καλύτερη των περιπτώσεων, μέσα αναπαραγωγής.
Αν οι κανονικοί άνθρωποι ήξεραν ποια ήταν η Α και ποιες ήταν οι απόψεις της, σίγουρα θα την θεωρούσαν τέρας. Τα μέλη της παλιάς ράτσας δεν θα ήθελαν να έχουν καμία σχέση μαζί της.
Ζύγωνε μεσημέρι κι όντας σίγουρη πως το υπηρετικό προσωπικό είχε καθαρίσει την κεντρική σουίτα ανέβηκε στο δωμάτιό της. Μπαίνοντας στη σουίτα, έκανε ένα έλεγχο κοιτώντας πίσω και κάτω από έπιπλα προσπαθώντας να βρει κάτι για να ενοχοποιήσει κάποιον από το υπηρετικό προσωπικό. Όταν δεν βρήκε κάτι το μεμπτό συνοφρυώθηκε.