- «Τι στο διάολο είναι αυτό; Από πού ήρθες εσύ;»
Προφανώς δεν ήταν η Λίνα και η ντροπή μου άρχισε να με πνίγει καθώς μια άγνωστη γυναίκα με είδε σε αυτή την κατάσταση. Άρχισε να με λούζει κρύος ιδρώτας ενώ ταυτόχρονα όλη αυτή η κατάσταση διατηρούσε την στύση μου πράγμα που το παρατήρησε και η γυναίκα αυτή.
- «Τι κάνεις στο σπίτι μου, γυμνός ρε ανώμαλε;» άρχισε να φωνάζει τονίζοντας την κάθε συλλαβή της φράσης της με μία κλωτσιά στα γυμνά μου μπαλάκια.
Το μόνο που μπορούσα να απαντήσω εγώ ήταν να μουγκρίζω από πόνο αφού με περιόριζε το καλσόν και η ταινία που είχα στο στόμα μου. Δεχόμουν τις κλωτσιές της υποφέροντας και μην μπορώντας να αντιδράσω. Αφού κουράστηκε, σταμάτησε τις κλωτσιές και πάτησε με δύναμη στα αρχίδια μου με την σόλα του παπουτσιού της στηρίζοντας όλο το βάρος της. Ένα δυνατό μουγκρητό ακούστηκε στο δωμάτιο και λιποθύμησα.
Μόλις ξαναβρήκα τις αισθήσεις μου, βρισκόμουν στον καναπέ με τα χέρια δεμένα προς τα πίσω και τα μάτια και το στόμα μου ελεύθερα αλλά ακόμα ήμουν γυμνός. Γύρισα το κεφάλι μου στο πλάι και αντίκρισα την άγνωστη γυναίκα που με είχε «εξοντώσει» να κάθεται σε μια πολυθρόνα σταυροπόδι και να κάνει shoeplay.
- «Συνήλθες επιτέλους! Ίσως τώρα μπορείς να μου δώσεις κάποιες εξηγήσεις. Τι δουλειά έχεις εσύ γυμνός στο σπίτι μου και τι δουλειά είχε το καλσόν μου στο στόμα σου;»
Μετά τα λόγια της είχα μείνει άφωνος. Η γυναίκα αυτή πρέπει να είναι η μητέρα της Λίνας και το καλσόν που νόμιζα ότι ήταν της Λίνας τελικά ήταν της μητέρας της. Το μυαλό μου είχε παγώσει. Τι θα νόμιζε για μένα; Από την μια μεριά βρισκόμουν εγώ γυμνός στον καναπέ της με ένα χαμένο βλέμμα και από την άλλη εκείνη κοιτώντας με απαξιωτικά περιμένοντας εξηγήσεις. Δεν μπορούσα να την αντικρίσω κατάματα και το βλέμμα μου είχε πέσει στο πολύ ερεθιστικό shoeplay που έκανε, κάνοντάς με πάλι να καυλώσω. Αγανακτισμένη από την συμπεριφορά μου, σηκώθηκε και μου άστραψε ένα σκαμπίλι φωνάζοντας:
- «Μην κοιτάς τα πόδια μου ρε ανώμαλε και απάντα σε αυτό που σε ρωτάω!»
Το αυστηρό βλέμμα της δεν μου άφηνε και πολλά περιθώρια, ή θα τις έλεγα αυτό που ήθελε να ακούσει ή θα με περίμενε σκληρή τιμωρία. Παρόλα αυτά δεν μπορούσα να πω την αλήθεια, δεν ήθελα να προδώσω την αφέντρα μου ακόμη και αν αυτή ήταν υπεύθυνη για όλο αυτό το σκηνικό. Και στην τελική δεν νομίζω να με πίστευε αν της έλεγα όλα αυτά που μου έκανε η κόρη της οπότε μπορεί τα αποτελέσματα να ήταν χειρότερα. Της είπα λοιπόν ότι και καλά ήρθα εδώ με την Λίνα και μόλις εκείνη πετάχτηκε σε μια δουλειά που είχε, εγώ βρήκα την ευκαιρία να λατρέψω την μυρωδιά και την γεύση των ποδιών της από το καλσόν της που νόμιζα ότι ήταν της Λίνας. Μόλις τα άκουσε όλα αυτά, έβγαλε το γοβάκι της, το πέρασε αργά-αργά μπροστά από την μύτη μου και ενώ ήμουν έτοιμος να ρουφήξω το άρωμά του, άρχισε να με χαστουκίζει με αυτό.
- «Ώστε σου αρέσουν τα βρώμικα ποδαράκια παλιοανώμαλε, ε; Θα δε κάνω εγώ να το μετανιώσεις, μαλάκα!»
Η μητέρα της Λίνας ήταν μια πολύ όμορφη γυναίκα με πανέμορφα καλοσχηματισμένα και επιβλητικά πόδια. Συνεπώς όλο αυτό το σκηνικό με καύλωνε απίστευτα. Το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο και συνέχισε τα χτυπήματα με την γόβα της πάνω στο όρθιο πέος μου. Μετά από πολλά χτυπήματα και πολλές κραυγές πόνου κατάλαβε πως δεν μπορούσε να με ξεκαυλώσει έτσι καθώς όλο αυτό μου άρεσε. Τότε σταμάτησε και φόρεσε πάλι το γοβάκι της. Έβγαλε το παντελόνι και το στριγκάκι που φορούσε και κάθισε βίαια πάνω στο όρθιο πέος μου βάζοντάς το απότομα μέσα στον κώλο της. Αυτή η απότομη είσοδος ήταν αρκετά επώδυνη για μένα αλλά εκείνη φάνηκε να το διασκεδάζει. Ταυτόχρονα άπλωσε τα πόδια της στο κεφάλι μου φέρνοντας τις σόλες από τις γόβες τις ακριβώς μπροστά από το στόμα μου.
- «Καθάρισέ τις» διέταξε αυστηρά.
Δεν μίλησα, απλά υπάκουσα αμέσως και άρχισα να γλύφω τις γόβες της.
- «Θέλω να γυαλίζουν, μαλάκα! Πραγματικά ποιος λογικός άνθρωπος θα την έβρισκε με το να γλύφει βρώμικα παπούτσια και βρώμικες πατούσες;» είπε και γέλασε με την ξευτίλα μου.
Τα λόγια της και ο τρόπος που μου φερόταν ήταν πολύ ερεθιστικά και με έκαναν να γλύφω με μανία τα γοβάκια της ώσπου τελικά τα γυάλισα πλήρως.
- «Έτοιμα, κυρία.»
- «Πολύ ωραία.» είπε αφού εξέτασε αν έκανα καλή δουλειά.
Στην συνέχεια πέταξε τα γοβάκια της στο πάτωμα και έπνιξε με τις ιδρωμένες πατούσες της το πρόσωπό μου. Μόλις οι το απαλό δέρμα από τα πόδια της ήρθε σε επαφή με το πρόσωπό μου με κατέκλεισε ένα υπέροχο άρωμα από το οποίο κατάλαβα ότι τα ποδαράκια της ήταν αρκετά ταλαιπωρημένα. Φυσικά δεν έχασα την ευκαιρία και αμέσως άρχισα να ρουφάω το γλυκό άρωμα των ποδιών της.
- «Πώς μυρίζουν;»
- «Υπέροχα κυρία.»
- «Σου αρέσουν, ε;» είπε με παιχνιδιάρικη φωνή ενώ ταυτόχρονα κούναγε ρυθμικά τον κώλο της ερεθίζοντας πιο πολύ το πέος μου που ήταν ακόμα μέσα στον κώλο της. «Δεν με ευχαρίστησες όμως.» είπε δήθεν νευριασμένη και πήρε τις πατούσες της από το πρόσωπό μου.
- «Συγνώμη κυρία, το ξέχασα, μην παίρνετε τα πόδια σας.»
- «Δεν θα μου λες εμένα τι να κάνω, κατάλαβες!» είπε χαστουκίζοντάς με με την πατούσα της. «Αν θες τα πόδια μου, θέλω να με παρακαλέσεις, θέλω να μου δείξεις ότι εξαρτάσαι από αυτά, ότι είναι το παν για σένα.»
- «Σας παρακαλώ κυρία, αφήστε με να μυρίσω τα πόδια σας, σας ικετεύω, θέλω πάρα πολύ να τα μυρίσω δεν αντέχω μακριά τους.»
- «Εντάξει με έπεισες.» είπε κοροϊδεύοντάς με και άρχισε να τρίβει τις πατούσες της στο πρόσωπό μου.
Η αίσθηση ήταν υπέροχη, και μπορώ να πω πως το μεθυστικό άρωμα των ποδιών της με είχε ταξιδέψει ώστε να έχω χάσει επαφή με την πραγματικότητα. Την υπέροχη αυτή αίσθηση την διέκοψε καθώς σηκώθηκε από πάνω μου, ελευθερώνοντας και το πέος μου, και με έπιασε από τα αρχίδια.
- «Για σήκω πάνω τώρα έχουμε δουλειές να κάνουμε.»
Σηκώθηκα αμέσως και την ακολούθησα καθώς δεν είχα άλλη επιλογή. Με έσυρε από τα αρχίδια μέχρι το δωμάτιό της από όπου πήρε ένα καλσόν της, το έδεσε στα αρχίδια μου και κρατούσε την άλλη άκρη του σαν λουράκι.
- «Στα τέσσερα τώρα σαν σκυλάκι.» είπε τονίζοντας την φράση της με ένα χαστούκι.
Υπάκουσα, και με αυτόν τον τρόπο πήγαμε στο μπάνιο. Εκείνη κάθισε σταυροπόδι πάνω στο καπάκι της τουαλέτα παίζοντας με τις πατούσες της (να σημειώσω πως ήταν ξυπόλητη) και εγώ έμεινα να κοιτάζω σαν χαζός τις πατούσες της.
- «Τι κοιτάς;»
- «Συγνώμη κυρία, θαύμαζα τις πατούσες σας.»
- «Φτάνει τώρα, εδώ ήρθαμε για δουλειά. Λοιπόν άνοιξε το καλάθι των άπλυτων και θέλω να βάλεις όλες τις κάλτσες, τα καλσόν και τα εσώρουχα στο πλυντήριο.»
Αμέσως ακολούθησα τις διαταγές της και άρχισα να μεταφέρω τα άπλυτα ρούχα της Λίνας και της μητέρας της στο πλυντήριο, όμως ένα απότομο τράβηγμα στο λουράκι μου έσφιξε τα αρχίδια μου και γύρισα αμέσως στην αφέντρα μου.
- «Τι κάνεις εκεί ρε;»
- «Μαζεύω τα άπλυτα κυρία, όπως μου είπατε.»
- «Σου είπα εγώ να τα ακουμπήσεις με τα βρώμικα χέρια σου, ε;» φώναξε και τραβούσε όλο και πιο δυνατά το καλσόν-λουράκι μου. «Με το στόμα σου θα τα μεταφέρεις όλα.»
- «Μάλιστα κυρία.» άλλο που δεν ήθελα κι εγώ να γευτώ τις κάλτσες και τα καλσόν της Λίνας και της μητέρας της.
Αφού λοιπόν είχα γευτεί αρκετές καλτσούλες και στριγκάκια, το έργο μου τελείωσε.
- «Έτοιμα όλα κυρία.» της είπα και την κοίταξα στα μάτια.
- «Μπράβο καλό μου σκυλάκι. Δεν τελειώσαμε όμως, έχουμε και άλλες δουλειές.»
- «Τι θέλετε να κάνω, κυρία;»
- «Θέλω να σκουπίσεις το σαλόνι, όσο εγώ θα ξαπλώσω λίγο στον καναπέ και θα δω λίγη τηλεόραση.»
Έτσι κι έγινε. Ξεκίνησα εγώ να σκουπίζω το σαλόνι, με ένα ζευγάρι βρώμικες κάλτσες της αφέντρας μου τις οποίες κρατούσα με τα δόντια μου. Η διορία μου ήταν μέχρι να τελειώσει η εκπομπή της κυρίας μου, η οποία από ότι είδα τελείωνε σύντομα. Δεν είχα και πολύ χρόνο και δεν ήμουν σίγουρος αν θα προλάβαινα να καθαρίσω όλο το σαλόνι. Βιάστηκα λοιπόν, έβαλα τα δυνατά μου και μετά από το τέλος της εκπομπής της η αφέντρα μου σηκώθηκε να ελέγξει τη δουλειά μου. Έσυρε τις πατούσες της σε όλο το πάτωμα και αφού είδε πως ήταν κατάμαυρες από την βρωμιά και την σκόνη κάθισε στον καναπέ και με φώναξε νευριασμένη. Πήγα κοντά της μπουσουλώντας και στάθηκα μπροστά από τα πόδια της.
- «Γιατί οι πατούσες μου είναι βρώμικες; Δεν σου είπα να καθαρίσεις;»
- «Συγνώμη κυρία δεν…» την φράση μου διέκοψε ένα χαστούκι στο πρόσωπο και μια κλωτσιά στα αρχίδια. Έπεσα κάτω από τον πόνο αλλά με επανέφερε στην θέση μου τραβώντας το λουράκι.
- «Αφού λοιπόν δεν ακούς την αφέντρα σου θα κάτσεις εδώ και θα δεχτείς την τιμωρία σου, κατάλαβες;»
- «Μάλιστα κυρία.»
- «Πολύ ωραία.» είπε με ένα μοχθηρό χαμόγελο και αμέσως άρχισε να με κλωτσάει ανελέητα στα αρχίδια.
Μετά από αρκετές κλωτσιές δεν άντεξα και έπεσα κάτω κλαίγοντας από τον πόνο. Αγκάλιασα τα πόδια της και άρχισα να τα φιλάω με πάθος ζητώντας έλεος και συγχώρεση.
- «Εντάξει, εντάξει θα σε συγχωρήσω.» είπε και γέλασε με τα χάλια μου.
Εγώ συνέχισα να της φιλάω το πάνω μέρος από τα πατουσάκια της ευχαριστώντας την που με συγχώρεσε και εκείνη ανταπέδωσε με ένα χαμόγελο και ένα ειρωνικό «Τι καλός που είσαι!».
Ύστερα με διέταξε να ξαπλώσω στο πάτωμα και χρησιμοποίησε την γλώσσα μου σαν χαλάκι για να καθαρίσει τι σκονισμένες πατούσες της. Έπρεπε, όπως είπε, να διορθώσω το λάθος μου. Για αρκετή ώρα πίεζε τις πατούσες της πάνω στην γλώσσα μου ώσπου τις καθάρισε και ικανοποιημένη κάθισε στον καναπέ. Εγώ έμεινα στο πάτωμα λαχανιασμένος περιμένοντας κάποια εντολή. Καθώς προσπαθούσα να ξαναβρώ τις ανάσες μου, το πρόσωπό μου αγκάλιασαν τα όμορφα ποδαράκια της και άρχισαν νε με χαϊδεύουν, ενώ η κυρία μου με ρώταγε με νάζι:
- «Για πες μου, μέχρι που θα έφτανες για τα πόδια μου; Τι είσαι διατεθειμένος να μου προσφέρεις;»
- «Ό,τι θελήσετε κυρία.» απάντησα αποσυντονισμένος από τις πατούσες της που έκαναν βόλτα στο πρόσωπό μου και το μεθυστικό άρωμά τους που κατέκλυζε την μύτη μου.
- «Τα πάντα; Ότι και να σου ζητούσα;» ξαναρώτησε με να μοχθηρό ύφος επιβεβαίωσης.
- «Οτιδήποτε κυρία.»
- «Τέλεια!» είπε και σηκώθηκε χαρούμενη. «Ξάπλωσε στον καναπέ.»
Ακολούθησα αμέσως την διαταγή της και ξάπλωσα, περίεργος σχετικά με το τι ήθελε.
- «Μιας και έχεις ταλέντο με την γλώσσα, και σου αρέσει να γλύφεις, καλό θα είναι να πειραματιστείς και με άλλες γεύσεις.» έλεγε καθώς με την πατούσα της ξεκίνησε να χαϊδεύει από το πρόσωπό μου μέχρι το ερεθισμένο πέος μου.
Στην συνέχεια κάθισε πάνω στο πρόσωπό μου και έγειρε το σώμα της προς τα αρχίδια μου με τα οποία άρχισε να παίζει. Εγώ κατάλαβα αμέσως τι ήθελε να κάνω οπότε χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις άρχισα να γλύφω την κωλοτρυπίδα της.
- «Μπράβο, έξυπνο παιδί!»
Έτσι λοιπόν περάσαμε αρκετή ώρα με εμένα γλύφοντας τον κώλο της και εκείνη να χτυπάει τα αρχίδια μου ή να σφαλιαρίζει το πέος μου. Ύστερα βαρέθηκε αυτή την στάση οπότε αλλάξαμε. Εκείνη κάθισε στον καναπέ ανοίγοντας τα πόδια της και απλώνοντάς τα πάνω στο τραπέζι και εγώ γονάτισα στο πάτωμα ανάμεσα στα πόδια της. Αμέσως τα χέρια της τράβηξαν τα μαλλιά μου και με έσπρωξαν δυνατά στο μουνάκι της. Άρχισα να το γλύφω και να το ρουφάω ενώ σιγά-σιγά τα πόδια της άρχισαν να κλείνουν και να σφίγγουν το κεφάλι μου ανάμεσά τους. Εκείνη άρχισε να έχει σπασμούς και να αγκομαχάει. Ύστερα από λίγο έχυσε στο στόμα μου. Συνέχισε όμως να με κρατάει εγκλωβισμένο στο μουνί της λέγοντάς μου να καθαρίσω ότι έχει απομείνει. Ταυτόχρονα ακούστηκε ένα χειροκρότημα. Γύρισα και είδα την Λίνα να χειροκροτεί και να λέει γελώντας:
- «Μαμά, τι βλέπω, περάσατε καλά;»
- «Πολύ καλά, ο φίλος σου ήταν πολύ υπάκουος.»
- «Χαίρομαι, γιατί θέλω κι εγώ μια χάρη από τον σκλάβο μας.»
Έτσι λοιπόν βρέθηκα πάλι στο πάτωμα με την Λίνα να κάθετε με το μουνάκι της στο πρόσωπό μου. Όπως και πριν η γλώσσα μου άρχισε να ταξιδεύει μέσα στην Λίνα μόνο που τώρα είχα και την μητέρα της να μου κλωτσάει τα αρχίδια λέγοντας μου να την γλύψω καλά, όπως έγλυψα και εκείνη πριν. Με κάθε κλωτσιά η γλώσσα μου πήγαινε όλο και πιο γρήγορα, γεγονός το οποίο παρατήρησε η Λίνα και είπε στην μητέρα της να με κλωτσάει πιο πολύ. Με αρκετή προσπάθεια και πόνο κατάφερα να ικανοποιήσω και την Λίνα η οποία στην συνέχεια έτριψε το βρεγμένο μουνάκι της στο πρόσωπό μου, γεμίζοντάς με τους χυμούς της.
Οι δύο γυναίκες κάθισαν στον καναπέ, ακουμπώντας τα πόδια τους στο τραπεζάκι. Συζητάγανε όσα είχαν συμβεί και όλα όσα με έβαλε η κάθε μία να κάνω, ταπεινώνοντάς με. Εγώ έμεινα μόνος μου μπροστά από το τραπεζάκι να κοιτάω τις πατούσες τους και να υπομένω τα εξευτελιστικά σχόλιά τους. Όλα όσα είχαν γίνει με είχαν ερεθίσει απίστευτα, είχα φτάσει στο σημείο να εκραγώ από την καύλα. Σε κάποια φάση λοιπόν ανακουφίστηκα όταν άκουσα τις δύο αφέντρες μου να λένε πως έπρεπε να με ευχαριστήσουν για τις υπηρεσίες μου. Οπότε με διέταξαν να ξαπλώσω στο πάτωμα μπροστά τους και άρχισαν να μου τρίβουν το πέος μου με τις πατούσες τους. Η αίσθηση ήταν υπέροχη. Τέσσερις πατούσε τις οποίες είχα λατρέψει χάιδευαν το πέος μου προσφέροντάς μου μοναδική ευχαρίστηση. Στην συνέχεια η Λίνα άρχισε να μου τον παίζει ανάμεσα στις πατούσες στης ενώ η μητέρα της είχε βάλει την μια της πατούσα στην μύτη μου και με την άλλη κλώτσαγε τα αρχίδια μου. Ταυτόχρονα ένιωθα μια απίστευτη ηδονή στο πέος μου και στην μύτη μου και ένα τρομερό πόνο στα αρχίδια μου. Αυτή η διαδικασία γινόταν εναλλάξ ώσπου τελικά έχυσα στις πατούσες της μητέρας της Λίνας. Στην συνέχεια τρίψανε τις πατούσες τους ώστε να μοιράσουν τα χύσια μου σε κάθε πατούσα και κάθισαν σταυροπόδι.
- «Τι τα κοιτάς, καθάρισέ τα.» φώναξε αυστηρά η Λίνα.
- «Τι έγινε, τα δικά σου τα σιχαίνεσαι;» συμπλήρωσε η μητέρα της και γελάσανε μαζί.
Στάθηκα γονατιστός μπροστά από τις πατούσα της Λίνας αλλά δεν μπορούσα να κάνω αυτό που μου ζητάγανε.
- «Συγνώμη κυρία δεν μπορώ να το κάνω.» είπα σκύβοντας το κεφάλι.
Η μητέρα της Λίνας νευρίασε τρομερά με την ανυπακοή μου και με χαστούκισε με δύναμη και μίσος φωνάζοντάς μου.
- «Πως τολμάς ρε μαλακισμένο να παρακούς την αφέντρα σου; Πήγαινε φέρε χαρτί να καθαρίσεις τα πόδια μας και μετά θα δεχτείς την τιμωρία σου.»
Δεν τόλμησα να απαντήσω. Απλά πήγα γονατιστός μέχρι την κουζίνα να φέρω χαρτί και μετά καθάρισα τα πόδια τους με προσοχή, υπομένοντας τις βρισιές και τις κοροϊδίες τους. Αφού τελείωσα τις κοίταξα κατάματα. Οι δύο γυναίκες σηκώθηκαν και με διέταξαν να σταθώ και εγώ όρθιος. Η μία ήρθε μπροστά μου και η άλλη πίσω μου.
- «Εγώ δεν ανέχομαι τέτοια συμπεριφορά από έναν σκλάβο. Θα κάτσεις λοιπόν και θα φας τις κλωτσιές σου και θα μας ευχαριστείς. Μην τολμήσεις και πέσεις κάτω γιατί την έβαψες!»
Έτσι λοιπόν, άνοιξα τα πόδια μου και οι αφέντρες μου άρχισαν να με κλωτσάνε στα αρχίδια, η μία από μπροστά και η άλλη από πίσω, ενώ εγώ τις ευχαριστούσα ταπεινωμένος. Μετά από λίγες κλωτσιές, ο πόνος ήταν αφόρητος, και λιποθύμησα.
Όταν συνήλθα βρισκόμουν με τα αρχίδια δεμένα στο κάτω μέρος του κρεβατιού της μητέρας της Λίνας με το πρόσωπό μου καλυμμένο με τις πατούσες τους και το στόμα μου μπουκωμένο με βρώμικες γευστικές κάλτσες. Προφανώς είχα περάσει την νύχτα εκεί. Άρχισα να κουνάω το κεφάλι μου και να μουγγρίζω. Τότε οι αφέντρες μου τρίψανε τα πατουσάκια τους στο πρόσωπό μου και η Λίνα είπε:
- «Καλημέρα σκλαβάκι μου. Πως κοιμήθηκες;»
- «Μμμμμ!» απάντησα εγώ μπουκωμένος.
- «Ααα! Σου άρεσε, ε;» είπε ναζιάρικα η μητέρα της, κλείνοντας την μύτη μου ανάμεσα στο μεγάλο και το δεύτερο δαχτυλάκι του ποδιού της.
Εγώ απάντησα με μια δυνατή εισπνοή και ένα επιφώνημα ευχαρίστησης. Στην συνέχεια οι κυρίες μου σηκώθηκαν, ντύθηκαν και με οδήγησαν στο σαλόνι όπου με διέταξαν να ντυθώ κι εγώ.
- «Πέρασες ωραία, σκλαβάκι μου;» με ρώτησε η Λίνα χαϊδεύοντας τα αρχίδια μου.
- «Πολύ ωραία κυρία σας ευχαριστώ.» είπα σφίγγοντας τα δόντια καθώς έσφιξε τα αρχίδια μου μέσα στην παλάμη της και μου χαμογέλασε μοχθηρά.
- «Λοιπόν, ήρθε τώρα η ώρα να φύγεις.» διέκοψε η μητέρα της.
- «Μπορώ να δώσω ένα αποχαιρετιστήριο φιλί στις πατούσες σας;»
- «Αααχ! Τι γλυκός!» ειρωνεύτηκε η Λίνα.
Εγώ γονάτισα και έδωσα 4 ρουφηχτά φιλιά στο πάνω μέρος των πατουσών των κυριών. Μου ανταπέδωσαν με δύο γεμάτα υποσχέσεις χαμόγελα και η μητέρα της Λίνας με ξεπροβόδησε λέγοντάς μου: «Θα τα ξαναπούμε!»
Τα λόγια της με καύλωσαν! Έφυγα γεμάτος βρώμικες σκέψεις και εικόνες στο μυαλό μου. Ανυπομονούσα για την επόμενη συνάντηση.