Έτσι, ένα μεσημέρι μετά το σχολείο, βρήκα την ευκαιρία και την πλησίασα
καθώς έφευγε με μία φίλη της, και της είπα σε αυστηρό τόνο ότι θέλω να της
μιλήσω.
Η φίλη της ήταν μία μελαχρινή ψηλή νταρντάνα, με μεγάλο και
σχηματισμένο στήθος, μέτριας εμφάνισης.
Η αδελφή μου στην αρχή ξαφνιάστηκε, και μετά μου είπε να της πω τι θέλω.
Ζήτησα από τη φίλη της να μας αφήσει μόνους, και η αδελφή μου ταράχτηκε
και της έκανε αμέσως νόημα να απομακρυνθεί.
"Να σου εξηγήσω, αυτά που έμαθες δεν είναι αλήθεια..." μου είπε πριν
προλάβω να αρθρώσω λέξη.
"Εξηγήσου!" της είπα αυστηρά, καταλαβαίνοντας ότι πήγαινα να βγάλω
λαβράκι.
"Ο Γιώργος ήταν αυτός που με παρακαλούσε, και εμένα , και την Μαρία!! "
μου είπε δείχνοντας τη φίλη της που στεκόταν παραπέρα.
"Να τη φωνάξουμε να στα πει εκείνη άμα δεν με πιστεύεις!!! μόνο μην
πεις τίποτα στους γονείς!! δεν φταίω σε τίποτα!!!"
Ο Γιώργος ήταν ο κολλητός μου, αυτός στον οποίο είχε κολλήσει η αδελφή
μου το πέλμα της το απόγευμα που προετοιμαζόμασταν για το πάρτι.
Τώρα όλα άρχιζαν να έχουν νόημα.
Κάτι είχαν κάνει με το Γιώργο, ή καλύτερα κάτι είχαν κάνει στο Γιώργο,
και νόμιζε ότι μου το είχε πει...
"ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΤΙΠΟΤΑ!!!" φώναξα.
Στο μεταξύ η φίλη της μας είχε πλησιάσει.
"Κώστα,... μην τα βάζεις με την αδελφούλα σου ...δεν φταίει σε τίποτα,
σου το ορκίζομαι!! και είσαι και κούκλος!"μου είπε χαμογελώντας μου γλυκά.