(Συνέχεια)
Την άλλη μέρα το πρωί η Άννα έλαβε sms
“An theleis na sbhsw tis fwtografies sou ela na me breis sto spiti mou me thn odontobourtsa sou, dieuthunsh xxxx xxx stis 5, na mhn to mathei kaneis”
-Τι να θέλει την οδοντόβουρτσα η βλαμμένη; Έμπλεξα από το πάθος μου να παλεύω
Στις 4.55 η Άννα ήταν μπροστά στην είσοδο μιας πολυκατοικίας σε μια φτωχογειτονιά της Αθήνας. Χτύπησε το κουδούνι στο όνομα της Άρτας (και από τη θέση του κατάλαβε ότι αυτή έμενε στο ισόγειο), άκουσε το μπζ και μπήκε μέσα. Στην είσοδο υπήρχε η πόρτα του ασανσέρ και δίπλα η πόρτα ενός διαμερίσματος την οποία είδε να ανοίγει και από πίσω να εμφανίζεται η Άρτα χαμογελαστή.
Αρ. Βρε βρε καλώς την... Για πέρνα μέσα.
Η Άρτα φορούσε παρόμοια ρούχα με την προηγούμενη φορά, τζιν με μια μπλούζα και ήταν ξυπόλητη. Με το που έκλεισε η πόρτα η Άρτα της είπε, δείχνοντας τα πόδια της.
Αρ. Μπήκες μέσα στο σπίτι μου, είσαι το δουλάκι μου, δείξε τον ανάλογο σεβασμό.
Η Άννα με εμφανή δυσφορία και εκνευρισμό έσκυψε και της φίλησε τα πόδια. Καθώς φιλούσε και τα δύο πόδια πρόσεξε τα κόκκινα νύχια της Άρτας. Είχε κάνει καλή δουλειά με το χρώμα, σκέφτηκε.
Αρ. Ακολούθα με στο σαλόνι. Μείνε στα τέσσερα.
Η Άννα καθώς μπουσούλουσε πίσω από την άρτα πρόσεξε τα πόδια της. Το πεντικιούρ ήταν μια χαρά αλλά η πατούσες της Άρτας ήταν κατάμαυρες και σκονισμένες. Προφανώς της άρεσε να περπατάει στο σπίτι της ξυπόλητη αν και δεν έδειχνε την ίδια φροντίδα στο καθάρισμά του όσο στα στα ξένα σπίτια. Μετά το μικρό χωλ της εισόδου μπήκαν σε ένα μικρό σαλονάκι με ένα καναπέ, ένα τραπεζάκι και μια παλιά τηλεόραση και η Άννα άκουσε γελάκια. Σήκωσε το βλέμμα και είδε μια άλλη γυναίκα, περίπου ίδιας ηλικίας με την Άρτα, με σορτσάκι και μπλουζ, επίσης ξυπόλητη καθισμένη οκλαδόν στον καναπέ
Αρ. Αυτή είναι η Ονέντα, η συγκάτοικός μου. Είναι ιδιοκτήτρια των φωτογραφιών σου. Όπως καταλαβαίνεις για να σβήσουμε τις φωτογραφίες θα πρέπει να μείνουμε και οι 2 ευχαριστημένες.
Σε πρώτη φάση πήγαινε να της συστηθείς και να τη χαιρετίσεις όπως πρέπει.
Η Άννα πλησίασε την Ονέντα, αυτή άπλωσε το ένα πόδι προς το έδαφος, η Άννα το φίλησε (ήταν και αυτό βρώμικο όπως της Άρτας) και της είπε.
Αν. Είμαι η Άννα το δουλάκι σας, μεγαλειοτάτη Ονέντα.
Ον. Χαχαχα, την έχεις εκπαιδεύσει καλά.
Αρ. Μπα, από το ξύλο έστρωσε λίγο. Ένα εγωιστικό πουτανάκι είναι, μη νομίζεις.
Η Αρ κάθισε αναπαυτικά και αυτή δίπλα στη συγκατοικό της
Αρ. Λοιπόν δουλάκι. Η Ονέντα και εγώ ταλαιπωρούμαστε να καθαρίζουμε κωλόσπιτα σαν το δικό σου και μετά γυρίζουμε κουρασμένες και δεν μπορούμε να καθαρίσουμε το δικό μας. Για αυτό αποφασίσαμε για σήμερα να αντιστραφούν οι ρόλοι. Ονέντα, είχες ποτέ Ελληνίδα παραδουλεύτρα;
Ον.Όχι! Χαχαχα
Αρ. Α χάνεις! Είναι πολύ καλή! Θα δεις. Πρώτα πρώτα, δουλάκι, έφερες την οδοντόβουρτσά σου;
Αν. Ορίστε, να τη.
Αρ. Ωραία. Με την οδοντόβουρτσά σου θα μας πλύνεις τα πόδια που λερώθηκαν από το σπίτι που δεν προλαβαίνουμε να καθαρίζουμε. Πήγαινε στο μπάνιο, πάρε τις 2 λεκάνες που έχει μέσα, γέμισε τες με νερό (κανόνισε να είναι ζεστό), φέρτες εδώ, φτιάξε μας καφεδάκι και μετά έλα να μας τρίψεις τα πόδια με την οδοντόβουρτσα
Ον. Αχαχαχαχ. Εμείς θα μουλιάζουμε τις ποδάρες μας στο νερό και αυτή θα μας κάνει τις δουλειές;
Αρ. Περίμενε βρε, ένα ένα. Λοιπόν δουλάκι ξεκουμπίσου!
Πράγματι, η Άννα τους έφερε τις λεκάνες, η Άρτα απαίτησε να γλείψει κάθε πόδι για 1 λέπτο πριν το βάλουν στη λεκάνη «για να φεύγουν τα πολλά» και μετά την έστειλαν στην κουζίνα για τους καφέδες αφού της είπαν πώς τον πίνει η κάθε μία. Η Άννα επέστρεψε μετά από 5 λεπτά, βρήκε τις γυναίκες να γελάνε και να τσαλαβουτάνε τα πόδια τους στις λεκάνες και τις σέρβιρε τους καφέδες.
Αρ. Τώρα πεντικιούρ. Ξεκίνα με την κυρία Ονέντα που το κάνει πρώτη φόρα να το απολαύσει. Τρίψε καλά τις φτέρνες της να μαλακώσουν και μετά και τις δικές μου.
Μετά το τρίψιμο, οι 2 Αλβανίδες γελώντας στέγνωσαν τα πόδια τους τρίβοντάς τα στα μαλλιά της Άννας και τα άπλωσαν στο τραπεζάκι.
Αρ. Τώρα οι περιποιημένες μας φτέρνες δεν μπορούν να πατάνε στα βρώμικα. Κανόνισε να γίνει το πάτωμα καθρέφτης. Εννοείται θα σφουγγαρίσεις και θα σκουπίσεις στα 4
Η Άννα άρχισε να καθαρίζει ενώ οι 2 γυναίκες την έβλεπαν, μιλούσαν και γελούσαν μεταξύ τους, πού και πού της πέταγαν και καμιά βρισιά και γενικά το καταδιασκέδαζαν. Μετά το πάτωμα, την έβαλαν να πλύνει πιάτα στην κουζίνα, να τρίψει τη λεκάνη της τουαλέτας με την οδοντόβουρτσα της πάλι, να σιδερώσει και ότι άλλη μικροδουλειά τους έρχονταν στο μυαλό. Μετά από όλα αυτά την κάλεσαν μπροστά τους.
Αρ. Δουλάκι τελείωσες ή ξέχασες τίποτα;
Η Άννα σκέφτηκε για λίγο, θυμήθηκε τα της προηγούμενης μέρα και ξεφύσηξε εκνευρισμένη
Αν. Ναι ξεχνάω, πού έχετε τα παπούτσια σας;
Ον. Κάτσε κάτσε, να το ακούσω καθαρά. Τι θα κάνεις με τα παπούτσια μας;
Αν. Θα τα γλείψω για να είναι καθαρά για τις περιποιημένες σας πατούσες.
Ον. Χαχαχαχα. Πού να το μάθουν στο χωριό μου ότι έχω Ελληνίδα παραδουλεύτρα να μου γλείφει τα παπούτσια. Α που σαι μικρή, και τις σαγιονάρες ε!
Η Άρτα τις έδειξε που κρατούσαν τα παπούτσια τους (ευτυχώς λόγω της οικονομικής κατάστασης λίγα ζευγάρια αλλά δυστυχώς πολύ βρώμικα) και άρχισε το κοπιώδες έργο του γλειψίματος. Συχνά η μία ή άλλη ερχόταν να δει τι έκανε η Άννα και της έριχνε και καμιά κλωτσιά στα πλευρά. Όταν τελείωσε τους ξαναπαρουσιάστηκε στο σαλόνι.
Αν. Μεγαλειότατες, τελείωσα και τα παπούτσια σας, μπορείτε να σβήσετε τις φωτογραφίες για να μπορέσω να φύγω;
Αρ. Και η τιμωρία σου για χτες που ξέχασες τα παπούτσια μου;
Αν. Πείτε μου τι θέλετε να κάνω
Ον. Κοίτα αν είχες ξεχάσει και τα παπούτσια σήμερα θα σε βάζαμε να βουρτσίσεις τα δόντια σου με τη βρώμικη οδοντόβουρτσα μπροστά μας, οπότε όποια τιμωρία και αν σου επιβάλλουμε να είσαι ευχαριστημένη.
Αρ. Χμ... Για δώσε το πορτοφόλι σου, δουλάκι.
Αν. Μη μου τα πάρετε όλα, αφήστε μου για τα εισητήρια
Αρ. Σκάσε. Βλέπω εδώ ένα πενηντάρικο και κάτι ψιλά. Μια χαρά είναι. Μας κερνάς πίτσες. Να γυρίσεις σπίτι σου με τα πόδια. Πάμε στην πόρτα. Ονέντα έλα και συ μαζί μου... Δουλάκι θέλω αφού ανοίξω την πόρτα να σκύψεις με το κεφάλι προς την έξοδο.
Με το που το έκανε η Άννα δέχτηκε κλωτσιά από 2 πόδια ταυτόχρονα στον πισινό της και πετάχτηκε έξω από το σπίτι με δύναμη. Η Άρτα γελώντας της είπε
-Δεν έχεις παράπονο, σε κλώτσησαν περιποιημένες φτέρνες!!! Για την ώρα θα σβήσω τις μισές σου φωτογραφίες. Θα μάθεις αργότερα για τις υπόλοιπε
Και μετά έκλεισε με δύναμη την πόρτα.
(Ξέρω ότι ο Κοκε θέλει να τη συνεχίσω αλλά ειλικρινά άρχισα να βαριέμαι το μοτίβο στο οποίο κινείται)