Πριν περάσω στη δεύτερη και τελευταία πράξη της ιστορίας μου με την Ιωάννα, αξίζει να αναφέρω και ένα κάπως πιο ήπιο περιστατικό που συνέβη μέρα μεσημέρι σε καφετέρια. Ας πούμε ότι ήταν μια άλλου τύπου ποδοδραστηριότητα που εγώ συμμετείχα σαν παρατηρητής. Είχε όμως αρκετό γέλιο και σασπένς τουλάχιστο για μένα που κατάλαβα τι ακριβώς συνέβη…
Είχαν περάσει λίγες μέρες από το ονειρικό εκείνο Σαββατόβραδο και πλέον βγαίναμε σχεδόν καθημερινά. Μέρα παρά μέρα εμφανιζόταν με καινούριο χρώμα στα νύχια, πράγμα που μάλλον σήμαινε ότι πλέον απολάμβανε την προσοχή μου στα ποδαράκια της. Μερικές φορές την εβδομάδα δούλευε τα απογεύματα σαν γραμματέας σε ένα ιατρείο, οπότε πηγαίναμε για καφεδάκι το μεσημέρι και μετά την πήγαινα στη δουλειά.
Ένα τέτοιο μεσημεράκι λοιπόν πήγαμε σε μία συνοικιακή καφετέρια της γειτονιάς της. Από αυτές που το βράδυ γίνονται κάτι σαν μπαροκαφετέριες με καλησπερούδες, τσεκαδόρες και δε συμμαζεύεται.. Καθίσαμε αντικριστά σε ένα τραπεζάκι με καναπέδες κοντά στην είσοδο του μαγαζιού. Εκείνη θεώρησε την κίνησή μου ιπποτική γιατί φοβόταν ακόμα μη την πάρει μάτι κανένας γνωστός της από τη γειτονιά. Εγώ φυσικά δεν ήθελα να την φέρω σε δύσκολη θέση αλλά ταυτόχρονα είχα και τα ποδαράκια της φάτσα φόρα μπροστά μου πράγμα που δεν με ενοχλούσε καθόλου. Φορούσε ένα απλό καθημερινό φόρεμα και κλασικές καφέ δερμάτινες σαγιονάρες που ταίριαζαν απόλυτα με τα όμορφα nude νύχια των ποδιών της.
Εκείνη την ώρα είχε πέσει νέκρα και η μόνη παρέα στο μαγαζί ήταν η τσεκαδόρα, ο γκόμενός της και κάτι φίλοι τους σε κοντινή απόσταση από το τραπέζι μας. Μόλις βολευτήκαμε και παραγγείλαμε η Ιωάννα έκανε σταυροπόδι προς τη μεριά τους. Το πόδι της κρεμόταν και σχεδόν ακουμπούσε κάτω χωρίς να κάνει καν προσπάθεια. Ήταν τόσο ευλύγιστη που ακόμα και σε αυτή την στάση το σώμα της έμοιαζε σχεδόν στη φυσική του θέση. Για εκείνη ίσως ήταν απλά ένα κομψό σταυροπόδι. Για εμένα όμως ήταν σαν ζωγραφιά, σαν έργο τέχνης. Και όχι μόνο για εμένα…
Ο τυπάς από την παρέα του μαγαζιού, γκόμενος της τσεκαδόρας, είχε τραβήξει το σκαμπό του λίγο πιο μακριά από τους άλλους και το είχε φέρει στην ευθεία του τραπεζιού μας για να έχει προφανώς καλύτερο οπτικό πεδίο. Ειδικός στις σχέσεις και στην ψυχολογία δεν είμαι όμως τα σημάδια κάποιου που παίρνει μάτι ένα απολαυστικό shoeplay τα γνωρίζω από ίδια πείρα. Οι αντιδράσεις του και ο τρόπος που το βλέμμα του έψαχνε το καλύτερο δυνατό ενσταντανέ μου ήταν απολύτως γνώριμα.
Όπως καταλαβαίνετε το παιχνίδι είχε ξεκινήσει. Έριχνε και ξαναφορούσε τη σαγιονάρα της, κλωτσούσε απαλά το πίσω μέρος της και την έσερνε αργά μπροστά, την ξαναφορούσε, τράνταζε το πέλμα της μέχρι να της ξαναπέσει και γενικά έπαιζε μαζί της με όλους τους πιθανούς τρόπους.
Η τσεκαδόρα χάιδευε το αγόρι της, του μιλούσε και τον πείραζε, αλλά αυτός ήταν αλλού. Με μονολεκτικές και βαριεστημένες απαντήσεις προσπαθούσε να αποφύγει τη συζήτηση με την παρέα του για να μη χάσει ούτε δευτερόλεπτο από το υπερθέαμα που χάριζε η Ιωάννα.
Εγώ προσπαθούσα να δείχνω χαλαρός και αδιάφορος για να μην χάσει η Ιωάννα την φυσικότητα των κινήσεών της αλλά και για να μην τρομάξω τον θαυμαστή της. Ναι το απολάμβανα. Και θα σας εξηγήσω στο τέλος γιατί.
Κάποια στιγμή έγινε το μεγάλο κόλπο. Το τριπλό άξελ του shoeplay όπως εγώ το αποκαλώ. Η Ιωάννα γραπώνοντας με τα δάχτυλά της το λουράκι της διχάλας από την πάνω μεριά, σήκωσε την πεσμένη σαγιονάρα της ψηλά, την κράτησε για λίγα δευτερόλεπτα στον αέρα και μετά την άφησε να πέσει κάτω στο πάτωμα με ένα εκκωφαντικό «πλατς».
Είχα μαρμαρώσει. Κοιτούσα αποσβολωμένος στο πάτωμα προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω αν είχα δει ομορφότερο σαγιοναροπαίξιμο στη ζωή μου ως τότε. Όταν την κοίταξα στο πρόσωπο κατάλαβα ότι με είχε πάρει χαμπάρι. Όλη μου η αμηχανία όμως σκόρπισε μόλις μου χάρισε εκείνο το πλατύ αρχοντικό της χαμόγελο. Με αυτά και με εκείνα όμως έχασα και τον τύπο που ξερόχυνε παραδίπλα μας. Τον είδα να περπατά βιαστικά προς το βάθος του μαγαζιού και αρχικά νόμισα πως επιτέλους το παλικάρι πειθάρχησε τον εαυτό του και έφυγε για να μην καρφωθεί τελείως. Μετά από λίγο βέβαια επέστρεψε και κάθισε πάλι στην ίδια θέση μάλλον για να παρακολουθήσει το δεύτερο ημίχρονο. Οι πέντε κουβάδες νερό που έριξε στα μούτρα του, ή ότι άλλο έκανε στην τουαλέτα, δεν έκρυβαν σε καμία περίπτωση την αναστάτωση και την διέγερσή του.
Η συνέχεια δεν ήταν τόσο επική όσο θα ήθελα. Έβγαλε τις σαγιονάρες της και κάθισε ξυπόλητη οκλαδόν πάνω στον καναπέ μέχρι που πληρώσαμε και φύγαμε. Ο τυπάς πηγαινοερχόταν και συνεχώς τσέκαρε μήπως η Ιωάννα ξαναέπαιρνε θέση για παιχνίδι. Άλλα ότι είχε δει, είχε δει. Και πολύ του ήταν.
Η Ιωάννα μετά δεν μου έδωσε να καταλάβω ότι είχε επίγνωση του πανικού που είχε προκαλέσει. Ίσως βέβαια να είχε και τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης και να μην ήθελε να μου το δείξει. Σε κάθε περίπτωση, είτε συμπεριφέρθηκε απόλυτα φυσικά και ρουτινιάρικα χωρίς καμία πρόθεση να κατακαβλώσει το άπαν σύμπαν, είτε συμπεριφέρθηκε σαν κοινή ανάφτρα γιατί έτσι γούσταρε, τα κατάφερε και με το παραπάνω. Και μπράβο της.
Εγώ πάλι το απόλαυσα από την αρχή μέχρι το τέλος για τρεις λόγους.
Πρώτος. Γιατί ήταν ένα τεχνικά άρτιο shoeplay με ποικιλία, φαντασία, χάρη και απόλυτη φυσικότητα. Σε συνδυασμό με τις αγαπημένες μου δερμάτινες σαγιονάρες και τα υπέροχα πατουσάκια της Ιωάννας.
Δεύτερος. Γιατί επιτέλους δεν ήμουν εγώ στη γνώριμη θέση του τυπά που κάνει στάλκινγκ στα πόδια της γκόμενας κάποιου άλλου αλλά το ακριβώς αντίθετο.
Τρίτος και φαρμακερός. Γιατί μία κατά τα άλλα συνηθισμένη κοπελίτσα, άβαφη και καθημερινά ντυμένη, έστειλε στην τουαλέτα έναν τύπο να τελειώσει για τα ποδαράκια της χωρίς καν να γυρίσει να τον κοιτάξει. Και όχι όποιον κι όποιον. Τον γκόμενο της τσεκαδόρας του μαγαζιού. Κάτω από τη μύτη της!
ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ!!!