ΒΙΚΥ ΚΑΙ ΚΥΡ ΑΛΕΚΟΣ (ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ - ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ)
Η Βίκυ φόρεσε τις σαγιονάρες της και βγήκε στο μπαλκόνι.
Σε λίγα δευτερόλεπτα ο κυρ Αλέκος πετάχτηκε από την είσοδο της πολυκατοικίας και βγήκε στο δρόμο τρέχοντας σαν παλαβός.
Όλα πλέον πήγαιναν βάσει σχεδίου και η Βίκυ είχε κάθε λόγο να απολαμβάνει με αυτοπεποίθηση το ηλιόλουστο απόγευμα στο μπαλκόνι της.
Σήμερα ήταν τα ψώνια στο σουπερμάρκετ, αύριο θα του φέσωνε τα κοινόχρηστα και ίσως μεθαύριο θα μπορούσε να βάλει στο χέρι ακόμα και την περιουσία του.
Όσο οι ποδομαλακίες της και οι βίαιες τεχνικές του καράτε κρατούσαν σκλαβωμένο το μυαλό και την καρδιά του κυρ Αλέκου θα μπορούσε να το τραβήξει πολύ μακριά.
Και όμως δεν ένοιωθε έτσι…
Η Βίκυ δεν υπήρξε ποτέ άνθρωπος που χρησιμοποιούσε τα πάθη των άλλων για να τους εκμεταλλεύεται.
Βεβαίως της άρεσε να κυριαρχεί και μάλιστα αντλούσε και ηδονή από αυτό.
Όπως τότε που ξυλοφόρτωσε τον συμμαθητή της γιατί της πήρε το κινητό ή πριν λίγους μήνες που ξεφτίλισε τον νεαρό τσογλανάκο με τα πόδια της μπροστά σε μια ντουζίνα παιδιά.
Ακόμα και τώρα με τον δύστυχο τον κυρ Αλέκο που πλέον ήταν διατεθειμένος να φτάσει και στην κόλαση για χάρη της.
Όμως η Βίκυ δεν ήταν φτιαγμένη από τη στόφα της σκληρής κυριαρχικής αφέντρας που θα ισοπέδωνε μια ανθρώπινη ύπαρξη για να κάνει το γούστο της ή για να γεμίσει την τσέπη της.
Μπορεί αρκετοί να μην της φέρθηκαν καλά και κάποιοι ακόμα να την πρόδωσαν, όμως εκείνη εξακολουθούσε βαθιά μέσα της να έχει πίστη, συμπόνια και σεβασμό στους ανθρώπους.
Μπήκε μέσα και πήγε στο μπάνιο να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό της.
Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και αυτό που είδε δεν της άρεσε.
Είχε αφεθεί και το πρόσωπό της είχε αγριέψει.
Τα όμορφα χαρακτηριστικά της ήταν αλλοιωμένα και το βλέμμα της μίζερο και σκοτεινό.
Στις μέρες της καραντίνας είχε εγκαταλείψει τον εαυτό της, με εξαίρεση βέβαια τα πόδια της, και η ανύπαρκτη κοινωνική ζωή των τελευταίων μηνών είχε τραχύνει τον χαρακτήρα της.
Όμως αυτή δεν ήταν η πραγματική Βίκυ.
Αφού σκουπίστηκε, έβαλε λίγο από το αγαπημένο της ροζ κραγιόν που είχε μήνες να χρησιμοποιήσει.
Και αμέσως ένοιωσε καλύτερα. Ύστερα λίγο μεικ απ και λίγο ρουζ. Ξανακοιτάχτηκε, χαμογέλασε και αυτό ήταν!
Ήταν ο εαυτός της και αυτή τη φορά υποσχέθηκε ότι δεν θα τον άφηνε ποτέ να ξαναγίνει κάτι που δεν ήταν.
Ύστερα ήταν και ο κυρ Αλέκος.
Μπορεί να της έκανε τη ζωή πατίνι τους τελευταίους τρεις μήνες όμως ήταν άδικο να την πληρώσει εκείνος για όλα.
Έπειτα κι αυτός δεν ήταν παρά μια βασανισμένη ψυχή που σε καιρούς δύσκολους έπνιξε τα φετίχ και τις επιθυμίες του και καταδίκασε τον εαυτό του σε μια ζωή ανέραστη και μίζερη χωρίς σωματικές απολαύσεις.
Του αναγνώριζε επίσης ότι ήταν μόνος άνθρωπος τα τελευταία χρόνια που δήλωσε τον έρωτα και την αφοσίωση του σε εκείνη με τόσο απόλυτο και ειλικρινή τρόπο.
Φυσικά εκείνη δεν θα μπορούσε να τον δει ερωτικά όμως δεν ένοιωθε πια την επιθυμία να τον βασανίσει παραπάνω.
Είχε πάρει πλέον τις αποφάσεις της.
Μόλις εκείνος ερχόταν θα του έδινε τα τελευταία της χρήματα για τα ψώνια και θα τον έστελνε στην ευχή.
Ο κυρ Αλέκος μπήκε μέσα στο σπίτι φορτωμένος με τα ψώνια της λίστας και τα άφησε στο πάτωμα.
Η Βίκυ του εξήγησε τα νέα δεδομένα και πήγε να του δώσει τα χρήματα για τα ψώνια, όμως εκείνος δεν τα δέχτηκε και έπεσε στα γόνατα ικετεύοντας την.
Ο μόνος του φόβος πια ήταν να σταματήσει να τη βλέπει.
Δεν τον πείραζε ούτε ο εξευτελισμός, ούτε το ξύλο και φυσικά ούτε τα γλυκά βασανιστήρια που του έκανε με τα πόδια της.
Εκείνη τον λυπήθηκε.
Στο κάτω κάτω του είχε δώσει και μια υπόσχεση αν έφερνε τα ψώνια στην ώρα του…
Με ένα της νεύμα πέταξε τα ρούχα του και ξάπλωσε στο πάτωμα.
Η Βίκυ κάθισε στο πλάι του και ξεκίνησε να δουλεύει με τα πόδια της πάνω στο πέος του.
Δεν θα τον ξεπετούσε όμως για να βγάλει απλά την υποχρέωση.
Έβαλε όλη της την μαεστρία και δοκίμασε τις περισσότερες από τις πιο εξεζητημένες τεχνικές ποδομαλακίας που είχε τελειοποιήσει στο παρελθόν.
Αυτή την φορά δεν τον αγνοούσε μα τον κοιτούσε στα μάτια χαμογελώντας του με γλύκα και συγκατάβαση.
Κάποια στιγμή και ενώ τα δέκα της δάχτυλα χόρευαν με απίστευτη άνεση και επιδεξιότητα πάνω στο ερεθισμένο του μόριο, εκείνος τελείωσε με ένα βαρύ αγκομαχητό επάνω στα γυμνά πόδια της.
Η Βίκυ συνέχισε τις κινήσεις της μέχρι ο κυρ Αλέκος να ελευθερώσει και την τελευταία σταγόνα από τη μεγάλη ποσότητα των κιτρινωπών υγρών που για χρόνια βρίσκονταν φυλακισμένα μέσα του.
Έπιασε τα μουσκεμένα πόδια της Βίκυς και χωρίς να του το ζητήσει τα φίλησε, τα καθάρισε με τη γλώσσα του και τα σκούπισε στα μαλλιά του.
Και επιτέλους λυτρώθηκε…
Η Βίκυ τον ευχαρίστησε για τα ψώνια και του έδειξε την πόρτα της εξόδου.
Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να την μεταπείσει της εξομολογήθηκε για μια ακόμα φορά τα αισθήματά του.
Α: Δεσποινίς Βίκυ να ξέρεις ότι σήμερα ήταν η ομορφότερη μέρα της ζωής μου. Εγώ το μόνο που θέλω είναι να είμαι κοντά σου, στα πόδια σου. Μπορείς να με κλοτσάς, να με κοροϊδεύεις και να με κάνεις ότι θέλεις. Και ένα εκατομμύριο άνθρωποι να μας έβλεπαν δε θα με ένοιαζε και πάλι. Μόνο να είμαι δίπλα σου θέλω.
Το βλέμμα της Βίκυς ξαφνικά άστραψε.
Όπως άκουγε τον κυρ Αλέκο της μπήκε μια ιδέα που θα άλλαζε τη ζωή και την καθημερινότητά τους για πάντα.
Β: Κυρ Αλέκο. Τι λες να περάσουμε όλη την καραντίνα όπως σήμερα και να βγάλουμε και λεφτά από πάνω;
Δεν καταλάβαινε πως αυτά τα δύο θα μπορούσαν να συνδυαστούν αλλά συμφώνησε με ενθουσιασμό.
Ντύθηκε και περίμενε τη Βίκυ όσο αυτή κατέβαζε κάτι σκονισμένες κούτες από τη ντουλάπα του υπνοδωματίου της.
Η Βίκυ πριν από χρόνια είχε ανοίξει ένα κανάλι στο youtube με συμβουλές και tips για fitness και πολεμικές τέχνες.
Το κανάλι της μπορεί να μην πήγε καλά όμως ο εξοπλισμός της έμεινε.
Ανοίγοντας μια καφετί κούτα έβγαλε μια επαγγελματική κάμερα με τον τρίποδά της και την έστησε σε μια γωνία του σαλονιού – dojo μπροστά στα έκπληκτα μάτια του κυρ Αλέκου.
Του υπέδειξε το σημείο που θα στηνόταν, πάτησε το κουμπί της εγγραφής και στάθηκε απέναντι του παίρνοντας θέση μάχης.
Στην αρχή τον κλοτσούσε στο πρόσωπο απαλά, σαν σε προπόνηση, όμως όσο η ώρα περνούσε ανέβαζε την ένταση των χτυπημάτων της.
Παραδόξως ο κυρ Αλέκος δεν μάσαγε και παρότι τα μάγουλα του είχαν κοκκινίσει από τα κλοτσίδια αυτός στεκόταν ακίνητος και όρθιος στη μέση του δωματίου και συνέχιζε να τις τρώει κανονικά.
Η Βίκυ έψαχνε χρόνια σε αγώνες και γυμναστήρια να βρει άνθρωπο με τόση αντοχή και ξυλοχωρητικότητα και σίγουρα αυτό ήταν κάτι που δεν το περίμενε από τον κυρ Αλέκο.
Συνέχισε ενθουσιασμένη να ξυλοφορτώνει on camera τον κοτσονάτο όπως αποδείχτηκε 60αρη βάζοντας πλέον όλη της την δύναμη στις τεχνικές της.
Κάποια στιγμή με μία εναέρια περιστροφική κλοτσιά στο πρόσωπο σκαμπίλισε το μάγουλο του τόσο δυνατά που αυτός έπεσε κάτω ξερός.
Ενώ όλα έδειχναν ότι τα γυρίσματα κάπου εκεί θα σταματούσαν ο κυρ Αλέκος σηκώθηκε μετά από λίγα δευτερόλεπτα όρθιος και ξαναπήρε θέση λες και δεν έγινε τίποτα.
Η Βίκυ άρχισε να θυμώνει που οι κλοτσιές της δεν μπορούσαν να βγάλουν νοκ άουτ τον 60χρονο παρτενέρ της και έτσι προετοίμασε την πιο φονική της τεχνική.
Στους κύκλους του καράτε ήταν διαβόητη για την αρτιότητα, την ταχύτητα και τη δύναμη που χαρακτήριζαν το axe kick της.
Είχε βγάλει αμέτρητα νοκ άουτ στους αγώνες με αυτή την κλοτσιά και θεωρούταν από τους κορυφαίους αθλητές στη συγκεκριμένη κίνηση.
Τον πλησίασε, σήκωσε το πόδι σε ευθεία γραμμή πάνω από το κεφάλι της και με αστραπιαία ταχύτητα το κατέβασε στο πρόσωπό του.
Η πατούσα της προσγειώθηκε με ένα εκκωφαντικό «πλατς» πάνω στο πρόσωπο του κυρ Αλέκου και ένας πίδακας από αίμα ξεπήδησε από την μύτη του.
Αλλά αυτός και πάλι δεν κουνήθηκε.
Χρειάστηκε να επαναλάβει την ίδια τεχνική ακόμα τρεις φορές για να αρχίσει ο κυρ Αλέκος να παραπατάει και να στέκεται όρθιος με δυσκολία.
Η Βίκυ σταμάτησε, υποκλίθηκε βαθιά μπροστά του και πάτησε το στοπ στην κάμερα.
Έφερε μια καρέκλα και τον έβαλε να καθίσει όσο εκείνη περιποιόταν στοργικά με γάζες, ιώδιο και πάγο το καταματωμένο και μαυρισμένο του πρόσωπο.
Ύστερα τον έστειλε στο κρεβάτι της να ξεκουραστεί όσο εκείνη έβλεπε το αμοντάριστο υλικό της κάμερας στο λάπτοπ της.
Ήταν ρεαλιστικό, σκληρό και βίαιο, και σίγουρα θα κινούσε το ενδιαφέρον στους φαν του είδους.
Λίγα λεπτά μετά ο κυρ Αλέκος ήταν ξανά όρθιος και χωρίς η Βίκυ να του το ζητήσει ξεκίνησε να κάνει δουλειές στο σπίτι.
Έβαλε τα ψώνια στα ράφια, έκανε φασίνα στο μπάνιο, συγύρισε, μαγείρεψε.
Η Βίκυ πλέον τον κοιτούσε με πραγματικό θαυμασμό και ένοιωσε να δένεται μαζί του με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο.
Αφού μόνταρε το υλικό του παρθενικού γυρίσματος έκανε μια έρευνα στο διαδίκτυο και ανακάλυψε ότι η πλατφόρμα του clips4sale ήταν η πλέον κατάλληλη για να το φιλοξενήσει.
Μετά από μια σύντομη αλληλογραφία με τους διαχειριστές άνοιξε επιτέλους το κανάλι της με τίτλο «Karate Domination in Athens».
Έβαλε στο background μια φωτογραφία που τράβηξε λίγους μήνες πριν.
Φορούσε τη στολή και όλα της τα μετάλλια κρεμασμένα στο λαιμό λίγες μόνο ώρες πριν τα παραδώσει στην ομοσπονδία.
Έπειτα ανέβασε το πρώτο βιντεάκι με τίτλο «Karate Vicky VS Kyr Alekos», έκλεισε το λαπτοπ και ξάπλωσε στο κρεβάτι της.
Ξύπνησε μετά από λίγες ώρες και με ενθουσιασμό διαπίστωσε ότι το βιντεάκι της είχε ήδη 60 πωλήσεις.
Στο mail της είχαν φτάσει δεκάδες μηνύματα από τους νέους θαυμαστές της και τα πρώτα request για custom video ήταν ήδη γεγονός.
Κάπως έτσι κύλησαν οι επόμενες μέρες της καραντίνας.
Περνούσε καθημερινά αμέτρητες ώρες με τον κυρ Αλέκο βιντεοσκοπώντας μάχες, ευφάνταστα σενάρια αυτοάμυνας και φυσικά ποδομαλακίες σαν κερασάκι στην τούρτα.
Μετά από δυο βδομάδες το κανάλι της ήταν στην κορυφή των τρεντ της πλατφόρμας και οι πωλήσεις είχαν εκτοξευθεί.
Πλέον η σχέση της με τον κυρ Αλέκο ήταν ισότιμη και εκείνη τον μεταχειριζόταν σαν φίλο, συνεργάτη και συγκάτοικο.
Μοιράζονταν τα έσοδα από τη δουλειά τους αν και εκείνος της τα γύριζε πίσω με έμμεσους τρόπους, όπως δώρα, κεράσματα κλπ.
Εκείνος ασφαλώς δεν έπαψε να την λατρεύει σαν θεά και να την αγαπάει με όλη του την ψυχή παρότι η Βίκυ δεν τον είδε ποτέ με τον αντίστοιχο τρόπο.
Αυτό όμως δεν επηρέασε την περίπλοκη και ιδιαίτερη σχέση που είχαν χτίσει μεταξύ τους.
Μετά το τέλος της καραντίνας απλά συνέχισαν να κάνουν μπίζνες με τα βιντεάκια τους σαν να μην συνέβη τίποτα.