Σε λίγο φτάνουν και ο πατέρας μου με έναν άγνωστο σε μένα φίλο του. Μένω τελευταίος καθώς περπατάω με το ζόρι και ακολουθώ σαν σκυλάκι τα βήματα απο τις γόβες της. Στο τραπέζι τα τραπεζομάντηλα κρύβουν τα πόδια της όποτε απολαμβάνω το φαγητό μου καθώς πεινάω σαν λύκος. Η συζήτηση των μεγάλων με αφήνει αδιάφορο καθώς η Θεία δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ψηλό γεροδεμένο χωρισμένο φίλο του πατέρα μου. Ζηλεύω;; Ίσως.
Ζηλεύω και νευριαζω όποτε κάποια στιγμή διαμαρτύρομαι οτι κουράστηκα και θέλω να φύγουμε. Οι υπόλοιποι περνούσαν καλά. Ξαφνικά τη βλέπω να γυρνάει την καρέκλα της το πόδι της ξεπροβάλει κάτω απο το τραπεζομάντηλο ,χωρίς τη γόβα, και το ακουμπάει στην καρέκλα μου ανάμεσα στα πόδια μου.
Δεν με άγγιξε αλλά το μήνυμα της ήταν σαφής. Πάρε κάτι να ασχολείσαι και μη μας ενοχλείς. Ήταν φανερό ότι περνούσε καλά και δεν θα με άφηνε να το χαλάσω.
Μέσα σε δευτερόλεπτα είχα πλήρη στύση . Τα δάχτυλα των ποδιών της μέσα στο καλσόν ηταν χιλιοστά από τα γεννητικά μου όργανα. Δεν μπορούσα να τα "χορτάσω ".
Έμεινα ακίνητος, υποταγμένος στο πόδι της. Μόνο ο πούτσος μου προσπαθούσε απεγνωσμένα να τεντωθεί και να αγγίξει τα δάχτυλα της. Μάταια όμως.
Παρακολουθώ με κομμένη την ανάσα το παιχνίδι που κάνει με τα δάχτυλα της χωρίς να με αγγίζει και πάλι. Θέλω να αγγίξω το πόδι της να το χαϊδέψω, να το φιλήσω, να γλύψω κάθε σπιθαμή της πατουσας της, να ρουφήξω κάθε μυρωδιά, να νιώσω το καλσόν της σαν τρελός αλλά δεν τολμώ. Δεν ήξερα αν με καύλωνε περισσότερο το πόδι της ή ότι με είχε σαν το σκυλάκι της που με έκανε ότι ήθελε. Με είχε υποτάξει. Απλώνω το χέρι μου να αγγίξω και την κοιτάω στα μάτια περιμένοντας την άδεια της. Αδιαφορεί και περνώντας θάρρος αγγίζω, τρέμω απο χαρά και νιώθω έτοιμος να χύσω. Χαϊδεύω και καθαρίζω την πατούσα της. Στο απαλό άγγιγμα καταλαβαίνω ότι το καλσόν στην υπέροχη πατούσα της έχει ενα σκίσιμο. Δεν ξέρω πόση ώρα τα χαϊδεύω σαν υπνωτισμένος και με ξυπνάει η ξαφνική νευρικότητα στο πόδι της.
Την έχει εκνευρίσει η συζήτηση με τον καινούργιο μαλάκα που σχολιάζει τις οδηγικες ικανότητες των γυναικών.
"Όταν φοράω γόβες στιλέτο κουμαντάρω τον οδηγό όποτε δεν χρειάζεται να οδηγήσω, θα κάνει οτι θέλω εγώ έτσι κι αλλιώς".
Με αυτην την ατάκα και το πόδι της στα χέρια μου θα είχα χύσει πάνω μου αν δεν με ειχε στεγνωσει την προηγουμενη μερα με τα ποδια της. Σήκωσε το πόδι της απότομα, νευρικά εκατοστά πάνω απο τα αρχιδια μου, σκέφτηκα ότι αν πατήσει όπως πατούσε τα πεντάλ "πάνω μου" θα τελείωνε η καριέρα μου σαν αρσενικό. Τελικά το κατέβασε. Έχει εκνευριστεί με τον μαλάκα που συνεχίζει να την πειράζει. Πόσο μαλάκας είναι σκέφτομαι αρκεί να απλώσει το πόδι της κάτω απο το τραπεζι και να "πατήσει γκάζι" ανάμεσα στα πόδια του και να τον διαλύσει.
Ηρθε επιτέλους η ώρα να φύγουμε.
Αυτή τη φορά οδήγησε με τα 12ποντα με απίστευτη άνεση και ταχύτητα, δυστυχώς ο καιρός είχε χαλάσει. Η συννεφιά και οτι νυχτωνε δεν με άφηνε να διακρίνω τα πόδια της. Παρόλα αυτά ήμουν συνεχώς καυλωμένος.
Απο τα λεγόμενα των δύο γυναικών κατάλαβα ότι η Θεία το βράδυ θα έβγαινε με τον τύπο. Ζήλεψα. Στη συνέχεια κατάλαβα οτι υπάρχει κάποιο παρελθόν ανάμεσά τους και μάλιστα σκόπευε η Θεία να του δώσει και ενα μαθηματακι. Αναστατωθηκα, θύμωσα. Στα φανάρια κάποιον μαλάκα βρίζει και του κάνει κολοδαχτυλο, ο πουτσος μου ήταν και πάλι έτοιμος να σπάσει απο καυλα.
Μπήκαμε σπίτι βιαστικά πέταξε τις γόβες στην είσοδο έπρεπε να κάνει μπάνιο και να ετοιμαστεί για το βράδυ. " Στις γόβες θα έχει μείνει το άρωμα των ποδιών της" σκέφτηκα για να παρηγορηθώ αλλά προσπάθησα να διώξω τη σκέψη.
Ήρθε στο σαλόνι κάθισε στην πολυθρόνα και με έκπληξη είδα οτι κάτω από το παντελόνι δεν φορούσε καλσόν αλλά νάιλον κάλτσες μέχρι το γόνατο.
Η μια είχε το τράβηγμα πιθανόν από τον άγριο τρόπο που "πατούσε" τα πεντάλ.
"Για πέταμα είναι" ειπε και ξαφνικά ενα μυστηριώδες χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της, " ή μάλλον στις χαρίζω" μου είπε κοροϊδευτικά και άπλωσε το χέρι της προς το μέρος μου.
Χωρίς να το σκεφτώ και χωρίς ίχνος ντροπής τις πήρα ευλαβικά ψέλλισα τρείς φορές "ευχαριστώ πολύ " ,λιγο ακόμα και θα της φιλούσα το χέρι και τις έβαλα προσεκτικά στην τσέπη μου.
Γέλασε και έφυγε ξυπόλητη επιδεικτικά για το μπάνιο. Ακομα και το αποτύπωμα του ποδιού της στο πλακάκι με τρέλαινε.
Έβαλα το χέρι στη τσέπη να σιγουρευτώ ότι το πολύτιμο "δώρο" μου ήταν εκεί ασφαλές, δεν άντεξα έβγαλα τις κάλτσες της και τις μύρισα μια πανδαισία απο άρωμα ποδιού, πλαστικού, δέρματος και γυναικείου αρώματος πλημμύρισε το μυαλό μου ανατρίχιασα ολόκληρος, τα γόνατα μου έτρεμαν και η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή.
Ήμουν πλέον το παιχνιδάκι της και το ήξερε........